Η στάση της Εκκλησίας για την δωρεά οργάνων on 09 June 2020 Hits: 289 Πηγή: Δρασίτης Αρτέμιος ΒΑΣΙΚΕΣ ΘΕΣΕΙΣ ΕΠΙ ΤΗΣ ΗΘΙΚΗΣ ΤΩΝ ΜΕΤΑΜΟΣΧΕΥΣΕΩΝ (Κανονισμός υπ’ αριθμ. 101/1998 της Ιεράς Συνόδου «Περί συστάσεως, οργανώσεως και λειτουργίας της Επιτροπής Βιοηθικής της Εκκλησίας της Ελλάδος») 10.12.1999 α. Γενικές ἀρχές 1) ῾Η ᾿Εκκλησία, ἀντικρύζει τὶς μεταμοσχεύσεις, ὅπως καὶ κάθε τι ποὺ σχετίζεται μὲ τὴν ὑγεία τοῦ ἀνθρώπου καὶ τὴν πάλη του μὲ τὸν θάνατο, μὲ ἰδιαίτερη συμπάθεια, κατανόηση καὶ αἴσθημα σοβαρότητος. ᾿Αντιλαμβάνεται καὶ τὸ μέγεθος τοῦ προβλήματος καὶ τὶς δυνατότητες ποὺ παρέχουν οἱ μεταμοσχεύσεις καθὼς καὶ τὸ μεγάλο της χρέος ἀπέναντι στὴν κοινωνία, στὴν ἰατρικὴ πράξη, στοὺς λῆπτες ἀλλὰ καὶ στοὺς δυνητικοὺς δότες. Καὶ τὸν λήπτη θέλει νὰ βοηθήσει, ἀλλὰ καὶ τὸν δωρητή ὀφείλει νὰ σεβασθεῖ. 2) Τὸ κριτήριο τῆς ἐκκλησιαστικῆς ἠθικῆς τῶν μεταμοσχεύσεων, ὅπως καὶ κάθε προβλήματος, εἶναι πνευματικό. Ἂν κάτι βλάπτει τὴν ψυχὴ ἢ ὑποβιβάζει τὶς πνευματικὲς ἀξίες, ἀνεπιφύλακτα τὸ ἀπορρίπτει. Ἀντιθέτως, ἐὰν τὸ ἐπὶ μέρους ἐπιστημονικό ἐπίτευγμα εἶναι συμβατὸ μὲ τὴ θεολογικὴ παράδοση, διδασκαλία καὶ ἐμπειρία της, τὴν ἰδιοφυῆ ἀνακάλυψη τὴν ἀντιμετωπίζει μὲ τὴν τόλμη τῆς πνευματικῆς καινοτομίας της. Οὔτε μὲ τὸν ὀρθολογιστικὸ σχολαστικισμὸ ἔχει σχέση, οὔτε σὲ πολιτικὲς σκοπιμότητες ὑποχωρεῖ, οὔτε μὲ τὴν ἐκκοσμίκευση συντάσσεται. 3) Κάθε τι ποὺ ὑπερβαίνει τὸν ἀτομικισμὸ καὶ τὴν φιλοζωία καὶ συνδέει τοὺς ἀνθρώπους μὲ σχέση ἀμοιβαιότητος καὶ κοινωνίας, κάθε τι ποὺ ἀποδεικνύει τὴν ὑπεροχὴ τῆς πνευματικῆς ζωῆς ἐπὶ τῆς βιολογικῆς ἐπιβιώσεως, ἡ ᾿Εκκλησία τὸ προστατεύει καὶ τὸ ὑποστηρίζει. ᾿Αλλὰ καὶ μπροστὰ στὸ μυστήριο τῆς ζωῆς καὶ τοῦ θανάτου καθὼς καὶ τῆς ψυχοσωματικῆς συμφυΐας τοῦ ἀνθρώπου στέκεται μὲ σεβασμὸ καὶ ἰδιάζουσα εὐαισθησία. β. Εἰδικὲς ἀρχὲς 4) Οἱ μεταμοσχεύσεις μεταμορφώνουν τὸ δράμα τοῦ λήπτη σὲ ἐλπίδα ζωῆς. Ἡ ᾿Εκκλησία θὰ μποροῦσε μὲσα ἀπὸ τὴν φιλανθρωπία της νὰ τὶς εὐλογήσει, μὲ τὴν ἀδιαπραγμάτευτη ὅμως προϋπόθεση ὅτι κατὰ τὴ μεταμοσχευτικὴ διαδικασία προστατεύεται ἡ συνείδηση τοῦ δότη καὶ δὲν παραβιάζονται οἱ πνευματικὲς ἀξίες. 5) Kάθε λογικὴ ἀποδοχῆς τῶν μεταμοσχεύσεων ἀπὸ τὴν ᾿Εκκλησία ἔχει τρεῖς ἄξονες· α) ῾Η ᾿Εκκλησία αἰσθάνεται μὲν τὸ φιλάνθρωπο χρέος της ἀπέναντι στὸν λήπτη -ποὺ ἔχει ἀνάγκη νὰ ζήσει-, ἀντιλαμβάνεται ὅμως περισσότερο τὸν ρόλο της δίπλα στὸν δότη -ποὺ μπορεῖ ἐλεύθερα νὰ προσφέρει. ᾿Επ᾿ οὐδενὶ λόγῳ καὶ μὲ κανένα τρόπο δὲν θυσιάζει τὸν σεβασμὸ πρὸς τὸ δότη στὴν ἀνάγκη ἐπιβιώσεως τοῦ λήπτη. Ὁ σκοπὸς δὲν εἶναι νὰ ζήσει ὁ λήπτηςּ ὁ σκοπὸς εἶναι νὰ δώσει ὁ δότης. Ὁ λήπτης λαμβάνει θνητὸ σῶμαּ ὁ δότης δίνει ἀπὸ τὴν ἀθάνατη ψυχή του. Ὅσο ἀνώτερη εἶναι ἡ ψυχὴ ἀπὸ τὸ σῶμα τόσο μεγαλύτερο εἶναι τὸ πνευματικὸ ὄφελος τοῦ δότη ἀπὸ τὸ βιολογικὸ κέρδος τοῦ λήπτη. «Μακάριόν ἐστι μᾶλλον διδόναι ἢ λαμβάνειν» (Πραξ. κ´ 35). β) ῾Η δωρεὰ ὀργάνου πρέπει ὁπωσδήποτε νὰ περιλαμβάνει τὴν «συνειδητὴ συναίνεση» τοῦ δότη, δηλαδὴ ὁ δότης πρέπει ἐν ἐπιγνώσει, ἐλεύθερα καὶ ἀβίαστα νὰ ἔχει συγκατατεθεῖ στὴν ἀφαίρεση τῶν ὀργάνων του, ἂν τυχὸν ἀπὸ κάποια αἰτία καταστεῖ ἐγκεφαλικὰ νεκρός. Ὁ δότης πρέπει νὰ ἐνεργεῖ ὡς δωρητής. Καὶ γ) ῾Η ᾿Εκκλησία μπορεῖ νὰ δεχθεῖ τὶς μεταμοσχεύσεις μόνο μέσα σὲ ἀτμόσφαιρα ἀγάπης, συναλληλίας, ἐνίοτε αὐτοθυσιαστικοῦ φρονήματος, ἐξόδου ἀπὸ τὸν κλοιὸ τῆς φιλαυτίας καὶ φιλοζωίας μας -ποτὲ ὠφελιμιστικῆς ἢ χρησιμοθηρικῆς λογικῆς ποὺ ἀποξενώνει τὸ «δότη» ἀπὸ τὴν προσφορά του. Κατόπιν τούτων, οἱ μεταμοσχεύσεις προσεγγίζονται ὡς ἀφορμὴ μετάδοσης ζωῆς σὲ μερικοὺς ἀνθρώπους, κυρίως ὅμως ὡς εὐκαιρία μετάγγισης πνευματικοῦ ἤθους στὴν κοινωνία. γ. ῾Ο ρόλος τῆς ἰατρικῆς 6) ῾Η ἰατρικὴ φροντίζει γιὰ τὴν ἀποκατάσταση ἢ τὴ βελτίωση τῆς ὑγείας τοῦ ἀνθρώπου καὶ κατ' ἐπέκταση γιὰ τὴν παράταση τῆς ζωῆς του. Ἡ θεολογία δὲν ἐμποδίζει τὴν ἰατρικὴ στὴν προσπάθεια αὐτή, ἀλλὰ καὶ δὲν ἀγνοεῖ τὴ σχετικότητά της. Παράλληλα, προβάλλει καὶ ὁρισμένες προϋποθέσεις γιὰ τὴν ὀρθὴ ἀνάπτυξη καὶ ἄσκησή της. Οἱ προϋποθέσεις αὐτὲς εἶναι δύο: α) ῾Ο σεβασμὸς τοῦ προσώπου καὶ β) ἡ ὠφέλεια τοῦ πλησίον. 7) Ἐπίσης, ἡ ἰατρικὴ ἐπιστήμη, ὅπως ἐπίσης καὶ οἱ ἰατρικὲς ἔρευνες, πρέπει νὰ ἐπιτελοῦνται μέσα στὰ πλαίσια τῶν ἰατρικῶν καὶ βιοηθικῶν δεοντολογικῶν κανόνων, οἱ ὁποῖοι προστατεύουν τὸν ἄνθρωπο ὡς προσωπικότητα. Οἱ γιατροὶ πρέπει νὰ ἐργάζονται μὲ ταπείνωση καὶ βαθύτατη αἴσθηση ὅτι εἶναι ὄργανα τοῦ Θεοῦ πρὸς ἐξυπηρέτηση τοῦ ἀνθρώπου. δ. ῾Η δυνατότητα προσφορᾶς ὀργάνων 8) ῾Η ζωὴ εἶναι δῶρο τοῦ Θεοῦ, τὸ ὁποῖο δὲν μᾶς χαρίζεται γιὰ νὰ βιώνουμε τὴ φιλαυτία καὶ τὴν κτητικότητά μας, ἀλλὰ μᾶς προσφέρεται γιὰ νὰ εἶναι τόσο δική μας, ὥστε νὰ μποροῦμε ἀκόμη καὶ νὰ τὴν προσφέρουμε μὲ ἀγάπη. ῾Ο καλύτερος τρόπος ἐπιστροφῆς της στὸν Θεὸ εἶναι ἡ προσφορά της ἀπὸ ἀγάπη στὸν πλησίον· «οὐκ ἔστιν ἄλλως σωθῆναι εἰ μὴ διὰ τοῦ πλησίον» (Ἅγιος Μακάριος Αἰγύπτιος). 9) Τὸ φρόνημα καὶ ἡ διάθεση τῆς αὐτοπροσφορᾶς ἀποτελοῦν τὸν πνευματικὸ ἄξονα τῆς ἠθικῆς τῆς ᾿Εκκλησίας στὸ θέμα τῶν μεταμοσχεύσεων. ῾Ο ἀποστολικὸς λόγος «ἐν τούτῳ ἐγνώκαμεν τὴν ἀγάπην ὅτι ἐκεῖνος ὑπὲρ ἡμῶν τὴν ψυχὴν αὐτοῦ ἔθηκε· καὶ ἡμεῖς ὀφείλομεν ὑπὲρ τῶν ἀδελφῶν τὰς ψυχὰς τιθέναι» (Α´ ᾿Ιω. γ´ 16) διαλύει κάθε ἀμφιβολία γιὰ τὸ ὅτι ἡ προσφορὰ τῆς ζωῆς, καὶ συνεπῶς καὶ ἡ δωρεὰ σώματος, δὲν εἶναι πράξεις αὐτοκτονίας ἢ εὐθανασίας, ἀλλά μποροῦν νὰ ἀποτελοῦν ἐκφράσεις τῆς «μείζονος ἀγάπης», περὶ τῆς ὁποίας κάνει λόγο ὁ ἴδιος ὁ Κύριος κατὰ τὴν παράδοση τῶν τελευταίων Του ὑποθηκῶν στοὺς μαθητές·«μείζονα ταύτης ἀγάπην οὐδεὶς ἔχει ἵνα τις τὴν ψυχὴν αὐτοῦ θῇ ὑπὲρ τῶν φίλων αὐτοῦ» (᾿Ιω. ιε´ 13). ῾Η προσφορὰ τῆς ζωῆς εἶναι τὸ μεῖζoν· ἡ προσφορὰ τῶν ὀργάνων εἶναι τὸ εὐλογημένο ἔλασσον. Οἱ παραπάνω ἁγιογραφικὲς ἀναφορὲς μεταθέτουν τὸ ἠθικὸ πρόβλημα ἀπὸ τὸ σχολαστικὸ προσδιορισμὸ τοῦ ἐγκεφαλικοῦ θανάτου στὸ σεβασμὸ καὶ τὴν ἐλεύθερη ἔκφραση τοῦ αὐτεξουσίου. 10) Στὴν περίπτωση λοιπὸν ποὺ κάποιος ἐπιθυμοῦσε νὰ προσφέρει τὰ ὄργανά του, ἀκόμη κι ἂν ὁ ἐγκεφαλικὸς θάνατος δὲν ταυτιζόταν μὲ τὸν ὁριστικὸ χωρισμὸ τῆς ψυχῆς ἀπὸ τὸ σῶμα, μαζὶ μὲ τὰ ὄργανά του θὰ εἶχε προσφέρει καὶ τὴ ζωή του. ῾Η πράξη του δὲν θὰ περιεῖχε μόνο τὸ στοιχεῖο τῆς προσφορᾶς, ἀλλὰ καὶ αὐτὸ τῆς αὐτοθυσίας. 11) ῾Η ᾿Εκκλησία εὐνοεῖ καὶ ἐνθαρρύνει τὴν προσφορὰ ἑνὸς ἀπὸ τὰ διπλᾶ μας ὄργανα (νεφρά) ἢ ἱστῶν (δέρματος, μυελοῦ τῶν ὀστῶν, αἵματος), ἀπὸ ζῶντα δότη. ε. Περὶ ἐγκεφαλικοῦ θανάτου 12) ῾Η ᾿Εκκλησία σέβεται καὶ ἐμπιστεύεται τὴν ἰατρικὴ ἔρευνα καὶ κλινικὴ πράξη. Γι᾿ αὐτό, ἂν καὶ δὲν εἶναι ἁρμόδια, θὰ μποροῦσε νὰ δεχθεῖ τὴν διεθνῶς ὁμόφωνη ἄποψη ὅτι ὁ ἐγκεφαλικὸς θάνατος ταυτίζεται μὲ τὸ ἀμετάκλητο βιολογικὸ τέλος τοῦ ἀνθρώπου. ῾Ο ἐγκεφαλικὸς θάνατος ἀποτελεῖ γεγονὸς ὁριστικῆς καὶ ἀνεπίστρεπτης καταστροφῆς τοῦ ἐγκεφάλου καὶ κατάσταση πλήρους ἀπώλειας αἰσθήσεων καὶ συνειδήσεως. Κατ' αὐτὸν ἡ ἀναπνευστικὴ λειτουργία συντηρεῖται μόνον μηχανικά, ἡ δὲ διακοπὴ τῆς τεχνητῆς ὑποστηρίξεως ὁδηγεῖ σὲ σχεδὸν ἄμεση παύση καὶ τῆς καρδιακῆς λειτουργίας. 13) Αὐτὸ ποὺ στὴν οὐσία κάνει ἡ τεχνητὴ ὑποστήριξη τῆς ἀναπνοῆς εἶναι ὅτι προσωρινὰ ἀναχαιτίζει τὴν διαδικασία ἀποσυνθέσεως τοῦ σώματος ὄχι ὅμως καὶ τὴν ἀναχώρηση τῆς ψυχῆς. 14) ῾Ο ἐγκεφαλικὸς θάνατος πρέπει ὁπωσδήποτε νὰ διαφοροποιηθεῖ ἀπὸ τὴν φυτικὴ κατάσταση -ποὺ συνήθως ὀνομάζεται «κλινικὸς θάνατος». Κατ' αὐτήν, τὸ ἐγκεφαλικὸ στέλεχος λειτουργεῖ καὶ ὡς ἐπὶ τὸ πλεῖστον δὲν ἀπαιτεῖται τεχνητὴ ὑποστήριξη. 15) ᾿Επειδὴ ὑπάρχει πάντοτε ὁ κίνδυνος -σὲ μεμονωμένες εὐτυχῶς περιπτώσεις-, ἀπροσεξίας, λάθους ἢ καὶ ἀσέβειας πρὸς τὸ γεγονὸς τοῦ θανάτου, ἡ ᾿Εκκλησία μαζὶ μὲ τὴν πλειοψηφία τοῦ ἰατρικοῦ καὶ νοσηλευτικοῦ κόσμου καὶ τῶν ἁρμοδίων κοινωνικῶν φορέων, ἀπαιτεῖ τὴν ἐξασφάλιση τῆς ἀκριβοῦς τηρήσεως τῶν διεθνῶς ἀποδεκτῶν κριτηρίων διαγνώσεως τοῦ ἐγκεφαλικοῦ θανάτου. ῎Ετσι: α) εἶναι ἀπαραίτητη ἡ τεκμηριωμένη καὶ σαφὴς διαπίστωση τῶν αἰτίων τοῦ ἐγκεφαλικοῦ θανάτου. β) ῾Η πιστοποίηση τοῦ ἐγκεφαλικοῦ θανάτου πρέπει νὰ γίνεται ἀπὸ ἐπιτροπὴ εἰδημόνων ποὺ νὰ μὴν ἔχουν καμμία σχέση ἐξαρτήσεως ἀπὸ τὶς μεταμοσχευτικὲς ὁμάδες καὶ ἐπὶ τῇ βάσει τῶν ὑφισταμένων κλινικῶν καὶ ἐργαστηριακῶν κριτηρίων. γ) Τὰ κριτήρια τοῦ ἐγκεφαλικοῦ θανάτου δὲν εἶναι ἐπαρκῆ ἂν εἶναι μόνον κλινικά. Πρέπει νὰ προστεθοῦν καὶ ἐργαστηριακά (ἀξονικὴ τομογραφία καὶ ἕνα ἠλεκτροεγκεφαλογράφημα) ὥστε νὰ ἐπιβεβαιωθεῖ, κατὰ τὸ δυνατόν, ὄχι μόνο ἡ παύση τῶν λειτουργιῶν τοῦ ἐγκεφαλικοῦ στελέχους, ἀλλὰ καὶ τοῦ φλοιοῦ. ῞Οπου δὲν ὑπάρχει ἐμφανὴς αἰτία ἐγκεφαλικῆς βλάβης πρέπει νὰ ἐπαναλαμβάνονται οἱ ἐξετάσεις γιὰ μεγαλύτερη ἐπιβεβαίωση, ἀκόμη κι ἂν αὐτὴ ἡ καθυστέρηση ὁδηγεῖ σὲ ἀπώλεια τῶν ὀργάνων. δ) Πρὶν ἀπὸ τὶς δοκιμασίες τοῦ ἐγκεφαλικοῦ θανάτου θὰ πρέπει νὰ ἔχουν προηγηθεῖ οἱ βιοχημικὲς ἐξετάσεις ποὺ νὰ παρουσιάζουν φυσιολογικὲς τιμὲς (ὄχι οὐρία οὔτε ἠλεκτρολυτικὲς διαταραχές). ᾿Επίσης, γιὰ νὰ ἐλεγχθεῖ ὁ ἐγκεφαλικὸς θάνατος πρέπει νὰ ἔχουν παρέλθει τουλάχιστον 24 ὧρες ἀπὸ τὴν πρώτη στιγμὴ τοῦ συμβάντος. 16) ῾Ο ἔλεγχος ἂν κάποιος εἶναι δότης (δηλαδὴ ἂν ὑπάρχει συναίνεση) πρέπει νὰ γίνεται μετὰ τὴν ὁριστικὴ διάγνωση τοῦ ἐγκεφαλικοῦ θανάτου, ὥστε αὐτὴ νὰ εἶναι κατὰ τὸ δυνατὸν ἀμερόληπτη καὶ ἀνεπηρέαστη. 17) Σύμφωνα μὲ ὅλα τὰ παραπάνω, ἡ δωρεὰ ὀργάνων ἀπὸ ἐγκεφαλικὰ νεκροὺς δότες καθὼς καὶ ἡ νηφάλια καὶ συνειδητὴ ἀπόφαση ὑγιοῦς ἀνθρώπου νὰ προσφέρει κάποιο ὄργανό του σὲ πάσχοντα συνάνθρωπο, ὡς πράξεις φιλαλληλίας καὶ ἀγάπης, εἶναι σύμφωνες μὲ τὴ διδασκαλία καὶ τὸ φρόνημα τῆς ᾿Εκκλησίας μας. στ. Περὶ συνειδητῆς καὶ εἰκαζομένης συναινέσεως 18) Ἡ δωρεὰ προϋποθέτει τὴ «συνειδητὴ συναίνεση» τοῦ δότη σ᾿ αὐτὸ ποὺ κάνει. Κάθε τι ποὺ «εἰκάζει» τὴ βούλησή του ἀποτελεῖ παρέμβαση στὸ αὐτεξούσιο καὶ δὲν εἶναι δυνατὸ νὰ γίνει ἀποδεκτό. 19) ῾Η «συνειδητὴ συναίνεση» ἀποτελεῖ πράξη αὐταπάρνησης, καὶ ἀγάπης, ποὺ συνδέει τὸ δωρητὴ μὲ τὸ γεγονὸς τοῦ θανάτου του, ποὺ ἐπισυμβαίνει μὲ τρόπο τραγικὸ καὶ σὲ σχετικὰ νεαρὴ ἡλικία. Ἐπίσης, ἐνέχει τὶς ἀρετὲς τῆς ἀνιδιοτέλειας, τῆς ἄρνησης τῶν φυσικῶν δικαιωμάτων, τῆς ἐμπιστοσύνης καὶ τοῦ ἐνδιαφέροντος γιὰ τοὺς ἄλλους, τῆς αὐτοπροσφορᾶς καὶ τῆς ἀπαλλαγῆς ἀπὸ τὸ φρόνημα τῆς φιλοζωίας. 20) Ἡ ᾿Εκκλησία, ἀσκώντας τὴν μεταμοσχευτικὴ ποιμαντική της, ἴσως ἐξασφαλίσει ἕναν ἀριθμὸ μοσχευμάτων καὶ συντελέσει ἔτσι στὴν ἐπιβίωση ἀντίστοιχων ἀνθρώπων (ἀνάλογα μὲ τὸ ποσοστὸ ἐπιτυχίας τῶν μεταμοσχευτικῶν ἐπεμβάσεων). Μὲ τὴν προϋπόθεση ὅμως τῆς συνειδητῆς συναινέσεως, αὐτοὶ ποὺ πνευματικὰ καλλιεργοῦνται εἶναι πολλοὶ περισσότεροι -ὅσοι ἔχουν συνειδητὰ δώσει τὴν συναίνεσή τους. Ἀπὸ αὐτοὺς θὰ προέλθουν οἱ ὁπωσδήποτε λιγότεροι δότες. ῾Η ᾿Εκκλησία δὲν εἶναι στραμμένη μόνο στοὺς πραγματικοὺς ἀλλὰ καὶ στοὺς δυνητικοὺς δότες. ῾Ο δότης μπορεῖ μὲν νὰ ὠφελεῖ μὲ τὴν προσφορά του, ὠφελεῖται ὅμως κυρίως μὲ τὴν πράξη τῆς συναίνεσής του. Σώζει βιολογικὰ μὲν τὸν λήπτη πνευματικὰ δὲ τὸν ἑαυτό του. 21) ῾Η συναίνεση δὲν εἶναι κάτι δευτερεῦον ποὺ θὰ μποροῦσε νὰ ἐπισκιασθεῖ ἀπὸ ὁποιαδήποτε ἄλλη πράξη (π.χ. ἀπογραφή, ἔκδοση ταυτότητος κ.τ.λ.). Θὰ πρέπει ἡ δήλωσή της νὰ εἶναι ἐλευθέρα καὶ ἀπόλυτα συνειδητή, καρπὸς ὥριμης σκέψης. Γι᾿ αὐτό, καλὸ θὰ ἦταν νὰ διατυπώνεται ἐντελῶς ἀνεξάρτητα ἀπὸ ὁποιαδήποτε ἄλλη κοινωνικὴ πράξη καὶ μὲ τὴν προϋπόθεση τῆς σωστῆς καὶ ἀβίαστης ἐνημερώσεως. ζ. Περὶ συγγενικῆς συναινέσεως 22) ῾Η ᾿Εκκλησία ὑπὸ ὅρους καὶ κατ' οἰκονομία, μέσα στὴν προοπτικὴ τῆς ἱερότητος τῶν συγγενικῶν δεσμῶν καὶ τῆς ἐπιδιωκόμενης καλλιέργειας τῶν σχέσεων κοινωνίας, θὰ μποροῦσε νὰ δεχθεῖ καὶ τὴν ὑποκατάσταση τῆς βουλήσεως τοῦ δότη ἀπὸ τοὺς συγγενεῖς, βέβαια μὲ τὸ δεδομένο ὅτι αὐτὴ δὲν ἀντιτίθεται πρὸς τὴ δική του. ῾Η πρόνοια γιὰ τοὺς οἰκείους ἀποτελεῖ ἔκφραση πίστεως (Α´ Τιμ. ε´ 8), οἱ δὲ ἐγγενεῖς ὑποχρεώσεις ἀπέναντί τους ἀπόδειξη ἱερῶν συγγενικῶν δικαιωμάτων. Γιὰ τοὺς συγγενεῖς ἡ ζωὴ τοῦ δότη καὶ ἡ τιμὴ τοῦ σώματός του ἴσως νὰ ἔχουν μεγαλύτερη ἀξία ἀπ᾿ ὅ,τι γιὰ τὸν ἴδιο. Μὲ δεδομένη τὴν ἀγάπη, ἡ ἀπόφαση τῆς δωρεᾶς τοῦ σώματος τοῦ ἄλλου ἴσως νὰ εἶναι καὶ δυσκολότερη ἀπὸ αὐτὴν τῆς δωρεᾶς τοῦ δικοῦ μας σώματος. ῾Υπ᾿ αὐτὴν τὴν ἔννοια, ὁ πραγματικὸς δότης εἶναι οἱ συγγενεῖς. 23) Ἐπειδὴ στὴν κοινωνία καὶ ἐποχή μας τὰ πάσης φύσεως συμφέροντα, ἰδίως τὰ οἰκονομικά, συχνὰ παρεμβάλλονται μὲ βέβηλο τρόπο ἀκόμη καὶ στὶς ἱερότερες τῶν σχέσεων, ὁ νόμος θὰ πρέπει νὰ προνοεῖ γιὰ τὴν ἀποφυγὴ κάθε ὑποψίας ἐμπορευματοποίησης τῶν μοσχευμάτων ἀπὸ τοὺς συγγενεῖς. 24) Εὐχῆς ἔργον θὰ ἦταν, κατὰ τὴν ὁποιαδήποτε διαδικασία ἐνυπογράφου συναινέσεως, νὰ μποροῦσε ὁ δότης νὰ ἐκχωρήσει ἐκ τῶν προτέρων τὸ δικαίωμα διαθέσεως τοῦ σώματός του στοὺς συγγενεῖς του. η. Οἱ ἐπιφυλάξεις τῆς ᾿Εκκλησίας 25) ᾿Επειδὴ ἡ ἐξέλιξη τῶν ἐπιστημῶν ἐπικοινωνίας καὶ πληροφορικῆς (διαδίκτυο, τήρηση μηχανογραφικῶν ἀρχείων μὲ εὐρύτατο φάσμα δεδομένων καὶ περιορισμένη δυνατότητα ἐλέγχου κ.ἄ.) ἀφ᾿ ἑνὸς καὶ ἡ πνευματικὴ πενία τῶν συγχρόνων κοινωνιῶν ἀφ᾿ ἑτέρου εἶναι δυνατὸν νὰ ὁδηγήσουν σὲ κακοποίηση, ἐκμετάλλευση ἢ καὶ θυσία τῶν μεταμοσχεύσεων στὸν βωμὸ τῶν μεγάλων οἰκονομικῶν συμφερόντων, ἡ ᾿Εκκλησία ὀφείλει νὰ προστατεύσει τὸ θεσμό, τὴν πράξη καὶ τὰ ἐμπλεκόμενα πρόσωπα ἀπὸ ἐνδεχόμενη βεβήλωση (βεβιασμένη διάγνωση ἢ προχειρότητα στὴν τήρηση τῶν κριτηρίων τοῦ ἐγκεφαλικοῦ θανάτου, ἐμπορευματοποίηση ἢ συναλλαγή οἱασδήποτε φύσεως σχετικὰ μὲ τὴν προσφορὰ ὀργάνων, ἐπιλογὴ ληπτῶν ἐπὶ τῆ βάσει ρατσιστικῶν κριτηρίων, παραβιάσεις τῶν καταστάσεων ἀναμονῆς, κ.λπ.). 26) Πρὸς ἀποφυγὴν τῶν παραβιάσεων τῶν καταστάσεων ἀναμονῆς, πρέπει νὰ γίνει ἀρχεῖο ἐγγραφῆς δοτῶν ἐπὶ μηχανογραφικῆς βάσεως, τὸ ὁποῖο νὰ ἐλέγχεται ἀπὸ κεντρικὸ ἀδιάβλητο μηχανισμό. 27) ᾿Ενῶ ἡ διεθνὴς καὶ ἑλληνικὴ νομοθεσία, γιὰ νὰ προστατεύσει τὶς μεταμοσχεύσεις ἀπὸ τὴν ἀπειλὴ τῆς ἐμπορικῆς συναλλαγῆς, ἐπιβάλλει τὴν ἀνωνυμία τοῦ λήπτη καὶ τοῦ δότη καὶ ἀπαγορεύει τὴ δωρεὰ ὀργάνου σὲ προκαθορισμένο ἀπὸ τὸ δότη φιλικὸ ἢ συγγενικὸ πρόσωπο (ἐξαίρεση οἱ μεταμοσχεύσεις νεφρῶν ἀπὸ ζῶντα δότη), κάτι τέτοιο δὲν ἀντιτίθεται κατ᾿ ἀνάγκην στὴν ἠθικὴ τῆς ᾿Ορθοδόξου Χριστιανικῆς ᾿Εκκλησίας. 28) ῾Η ᾿Εκκλησία δὲν μπορεῖ νὰ συγκατατεθεῖ στὴν ἀφαίρεση ὀργάνων ἀπὸ βρέφη μὲ συγγενῆ ἀνεγκεφαλία. Τέτοιοι δότες εἶναι πολλοὶ σπάνιοι, πράγμα ποὺ περιορίζει τὶς ἐλπίδες τῶν ληπτῶν-βρεφῶν. Παρὰ ταῦτα τὰ ἀνεγκέφαλα βρέφη ἐπειδὴ δὲν στεροῦνται στελέχους δὲν εἶναι ἐγκεφαλικῶς νεκρὰ καὶ ἐπειδὴ στεροῦνται συνειδήσεως δὲν ἔχουν τὴ δυνατότητα τῆς συναινέσεως -καὶ φυσικὰ κανεὶς δὲν μπορεῖ νὰ τὴν εἰκάσει. Αὐτὸ δημιουργεῖ νομικὸ κώλυμα στὴν ἀφαίρεση ὀργάνων. ᾿Επὶ πλέον, ἡ κοινωνία πρέπει νὰ ἀρνηθεῖ κάθε ὠφελιμιστικὴ θεώρηση αὐτῶν τῶν βρεφῶν. ῾Η ἀνάγκη σεβασμοῦ πρὸς αὐτὰ δὲν ἀφήνει περιθώρια ὥστε τὸ πέρασμά τους ἀπ᾿ αὐτὸν τὸν κόσμο νὰ εἶναι ἐντελῶς χρηστικό. 29) Σχετικὰ μὲ τὸ ἐνδεχόμενο χρήσης τεχνητῶν ὀργάνων ἢ καὶ ξενομοσχευμάτων (γενετικὰ ἐπεξεργασμένων μοσχευμάτων ἀπὸ ζῶα), ὅπως καὶ προϊόντων κλωνοποίησης, ἐπειδὴ ἡ ἔρευνα δὲν ἔχει νὰ παρουσιάσει σαφῆ ἐπὶ τοῦ παρόντος ἀποτέλεσματα καὶ ἡ πορεία της δὲν εἶναι εὐκρινής, ἡ ᾿Επιτροπὴ Βιοηθικῆς ἐπιφυλάσσεται νὰ παρουσιάσει ἐν εὐθέτῳ χρόνῳ τὶς θέσεις καὶ ἀπόψεις της ἐπ' αὐτοῦ. 30) ῾Υπάρχει ὁ κίνδυνος, στὸ ἄμεσο μέλλον, μὲ τὴν χαλαρὴ διεθνῶς ἠθικὴ ἀπέναντι στὴν εὐθανασία καὶ τὴν τάση νομοθετικῆς κατοχυρώσεώς της, οἱ μεταμοσχεύσεις νὰ συνδυασθοῦν μὲ τὴν εὐθανασία. ῎Ετσι, ἄτομα ποὺ θὰ ἐπιλέγουν αὐτὸν τὸν τρόπο τερματισμοῦ τῆς ζωῆς τους ἐνδεχομένως θὰ καθίστανται καὶ δωρητὲς ὀργάνων. Αὐτὸς εἶναι ἕνας ἐπὶ πλέον λόγος ποὺ ἡ νομοθεσία τῶν μεταμοσχεύσεων θὰ πρέπει ἀπαραιτήτως νὰ διαθέτει ὑψηλὸ ἰδεολογικὸ ὑπόβαθρο. θ. Κριτικὴ τοῦ νέου νόμου περὶ μεταμοσχεύσεων ᾿Ενῶ ἡ ᾿Εκκλησία ἀποδέχεται τὴν ἰδέα τῶν μεταμοσχεύσεων, ἀδυνατεῖ νὰ συμφωνήσει μὲ τὴν πρόσφατη νομοθετικὴ κατοχύρωσή τους στὴ χώρα μας, ἡ ὁποία κυριαρχεῖται ἀπὸ χρησιμοθηρικὴ ἀντίληψη καὶ στενὸ ὀρθολογισμό. ῾Ο μόνος τρόπος προστασίας τῆς ἠθικῆς καὶ πρακτικῆς τῶν μεταμοσχεύσεων ἀπὸ τὸ ἐνδεχόμενο κακοποιήσεώς της εἶναι ἡ σχετικὴ νομοθεσία νὰ εἶναι σαφής, μελετημένη, ἰδεολογικὴ καὶ ὄχι χρησιμοθηρική. 31) Στὸν προσφάτως ψηφισθέντα νόμο, ὁ νομοθέτης ἑρμηνεύει τὴ «μὴ ἄρνηση» τῶν συγγενῶν ὡς συναίνεση τοῦ δότη (῎Αρθρ. 12, παρ. 4). Τὰ ὄργανα ἀφαιροῦνται ὄχι ὅταν συναινοῦν, ἀλλὰ ὅταν «δὲν ἀντιτίθενται» οἱ συγγενεῖς. Οἱ μεταμοσχεύσεις δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ στηριχθοῦν σὲ μιὰ «μὴ ἄρνηση», καὶ μάλιστα τῶν συγγενῶν, τὴν στιγμὴ ποὺ ὅλοι ἀγωνιζόμαστε γιὰ τὴ συγκατάθεση, καὶ μάλιστα τοῦ δότη. 32) Στὴν περίπτωση αὐτή, ἡ ἔλλειψη ἢ ἡ μὴ ἐξεύρεση συγγενῶν θὰ ἦταν δυνατὸν νὰ ἑρμηνευθεῖ ὡς «μὴ ἄρνηση». Συνεπῶς, κάθε ἐγκεφαλικὰ νεκρὸς ἀλλοδαπός, λαθρομετανάστης, ἄγνωστος καὶ ἐγκαταλελειμμένος, ἀθίγγανος κ.τ.λ., -ὁ ἀριθμὸς τῶν ὁποίων δὲν εἶναι καθόλου εὐκαταφρόνητος, καὶ τῶν ὁποίων οἱ συγγενεῖς εἴτε δὲν βρίσκονται στὴν ῾Ελλάδα, εἴτε δὲν εἶναι εὔκολο νὰ ἀνευρεθοῦν- ἢ ὅποιος βρεθεῖ μόνος στὸ νοσοκομεῖο μετὰ ἀπὸ τροχαῖο ἀτύχημα ποὺ δὲν ἔχει γίνει ἀμέσως ἀντιληπτὸ ἀπὸ τοὺς συγγενεῖς του θὰ θεωρεῖται αὐτομάτως δότης. Θὰ πρέπει ἄραγε στὴ δυστυχία τῆς μοναξιᾶς τους νὰ προσθέσουμε καὶ τὴν αὐθαίρετη ἀφαίρεση τῶν ὀργάνων τους; ῾Ο νόμος τῆς «μὴ ἄρνησης» λοιπὸν ἀποτελεῖ ἐκβιασμὸ τῆς συνειδήσεως. 33) ῾Η «συναίνεση» δὲν ἔχει καμμία σχέση μὲ τὴ «μὴ ἄρνηση». Τὸ «δίνω κάτι δικό μου» εἶναι ἐντελῶς διαφορετικὸ ἀπὸ τὸ «μοῦ παίρνουν κάτι ποὺ μοῦ ἀνήκει». Στὴ δεύτερη περίπτωση ἡ βούληση τῆς πολιτείας καὶ κοινωνίας ὑποκαθιστᾶ ὡς ἀγαθὸ τὴν ἔκφραση τῆς προσωπικῆς ἐλευθερίας. 34) Τὸ κράτος δὲν ἔχει κανένα δικαίωμα εἰσχωρήσεως στὴν ἰδιωτικὴ σφαῖρα τῆς ζωῆς τῶν πολιτῶν. Μία τέτοια ἐνέργεια ἀντιβαίνει στὰ ἄρθρα 2, παρ. 1 (περὶ τοῦ σεβασμοῦ καὶ τῆς προστασίας τῆς ἀνθρώπινης ἀξιοπρέπειας) καὶ 5, παρ. 1 (περὶ τῆς ἐλεύθερης ἀνάπτυξης τῆς προσωπικότητος τοῦ ἀτόμου) τοῦ συντάγματος. 35) Δὲν μπορεῖ ἐπίσης νὰ ὑποχρεώνει τὸν πολίτη νὰ ἐκφέρει γνώμη χωρὶς νὰ κατοχυρώνει τὸ δικαίωμά του νὰ μὴν ἐκφέρει. Ποιὲς οἱ ἐπιπτώσεις ἂν ὁ πολίτης ἀρνηθεῖ νὰ ἐκφράσει τὴ βούλησή του; 36) ῾Η ὑποκατάσταση τοῦ ὅρου «ἐγκεφαλικὸς θάνατος» μὲ τὸ «νέκρωση τοῦ ἐγκεφαλικοῦ στελέχους» θεωρεῖται ἰατρικὰ ἀμφιλεγόμενη καὶ ἰδεολογικὰ ὕποπτη. Ἡ διαπίστωση τῆς παύσης τῶν λειτουργιῶν ὄχι μόνο τοῦ ἐγκεφαλικοῦ στελέχους ἀλλὰ καὶ τοῦ φλοιοῦ ἐπιβεβαιώνει τὴν ἀνεπίστρεπτη παύση ὅλων τῶν ἐγκεφαλικῶν λειτουργιῶν καὶ γι' αὐτὸ εἶναι ἐπιβεβλημένη. 37) ῾Η διὰ νόμου ὑποχρεωτικὴ διακοπὴ τῆς μηχανικῆς ὑποστήριξης τῆς ἀναπνευστικῆς λειτουργίας σὲ περίπτωση ἐγκεφαλικὰ νεκροῦ ἀτόμου ποὺ δὲν εἶναι δότης (῎Αρθρ. 12, παρ. 6) εἶναι πνευματικὰ καὶ ἠθικὰ ἀντιδεοντολογική. ῾Ο νόμος πρέπει νὰ κατοχυρώνει τὸν γιατρὸ πού, γιὰ λόγους συνειδήσεως, δὲν ἐπιθυμεῖ νὰ διακόψει τὸν μηχανικὸ ἀερισμὸ καὶ φυσικὰ ὄχι νὰ τὸν τιμωρεῖ (῎Αρθρ. 20, παρ. 1). 38) ῾Η δυσκολία τῶν συγγενῶν νὰ συναινέσουν στὴ δωρεὰ τοῦ σώματος, ποὺ ὀφείλεται σὲ προσωπικοὺς, συναισθηματικοὺς ἢ καὶ φιλοσοφικοὺς λόγους, πρέπει νὰ γίνεται ἀπόλυτα σεβαστὴ καὶ ὄχι νὰ ἀντιμετωπίζεται ἐκβιαστικὰ μὲ τὴν ἀπειλὴ τῆς διακοπῆς τῆς μηχανικῆς ὑποστήριξης (῎Αρθρ. 12, παρ. 6). ι. Ποιμαντικὲς δυνατότητες τῆς ᾿Εκκλησίας 39) Μὲ βάση τὶς παραπάνω ἀρχές, ἡ ᾿Εκκλησία ὀφείλει νὰ ἀγωνισθεῖ γιὰ τὴν ἐπικράτηση τῶν ἀρχῶν της, τὸ θετικὸ ἐπηρεασμὸ τῆς μεταμοσχευτικῆς πολιτικῆς καὶ νὰ δημιουργήσει ἡ ἴδια μιὰ μεταμοσχευτικὴ πνευματικὴ παράδοση προσανατολισμένη πρὸς τὶς πνευματικὲς ἀνάγκες προσφορᾶς αἰσθημάτων τοῦ δότη. Μὲ τὸν τρόπο αὐτόν, ἡ ἐξεύρεση μοσχευμάτων καὶ ἡ προώθηση τῶν μεταμοσχεύσεων δὲν θὰ ἀποτελεῖ ἐπιδιωκόμενο σκοπὸ ἀλλὰ φυσικὸ ἀποτέλεσμα. 40) Ἡ ᾿Εκκλησία μπορεῖ νὰ ὀργανώσει προγράμματα ἀγωγῆς δοτῶν μὲ σκοπὸ τὴν καλλιέργεια σημαντικῶν ἀρετῶν μεταξὺ τῶν πιστῶν της (μνήμη θανάτου, αὐτοπροσφορά, θυσιαστικὸ φρόνημα κ.τ.λ.). Ἔτσι, θὰ δίνει τὴ μαρτυρία τοῦ ἤθους της στὴ σύγχρονη κοινωνία μὲ ἕνα ἐντελῶς σύγχρονο τρόπο. 41) ῾Η ᾿Εκκλησία οὔτε τὴν ἀλήθεια θυσιάζει οὔτε τὸ πρόσωπο ὑποδουλώνει. ῍Αν κάποιος ἐπιθυμεῖ νὰ γίνει δωρητὴς τὸν εὐλογεῖּ ἂν δυσκολεύεται τὸν κατανοεῖ. Αὐτὴ εἶναι ἡ προστασία τοῦ προσώπου. Τὸ πνεῦμά της δὲν ὑποτάσσεται στὴν ἀνάγκη τῶν μεταμοσχεύσεων, ἀλλὰ ὑπηρετεῖ τὸ σεβασμὸ τοῦ προσώπου. Κυρίως τοῦ προσώπου ὡς δότου. 42) Ἐπίσης, σέβεται καὶ πλήρως κατανοεῖ τὴν φυσικὴ ἐπιθυμία τῶν ἀσθενῶν ἐκείνων οἱ ὁποῖοι μὲ τὴ λήψη τῶν μοσχευμάτων ἐπιθυμοῦν νὰ παρατείνουν τὸ χρόνο τῆς βιολογικῆς τους ζωῆς, καθὼς πιστεύει ὅτι τὸ γεγονὸς αὐτὸ θὰ μποροῦσε νὰ συντελέσει στὴν πνευματική τους ὁλοκλήρωση καὶ τὴν ἐπίτευξη τοῦ σκοποῦ τῆς ὕπαρξής τους. 43) Λόγῳ τοῦ πνευματικοῦ μεγέθους ποὺ ἐνέχει ἡ πράξη τῆς δωρεᾶς σώματος, πρὶν αὐτὸ συμβεῖ, καλὸ θὰ ἦταν ὁ ἱερεὺς τοῦ νοσοκομείου νὰ διαβάσει μιὰ κατάλληλη εὐχὴ ἢ νὰ τελέσει κάποια ἁγιαστικὴ πράξη (χρίση δι᾿ ἐλαίου, σταύρωμα κ.τ.λ.). 44) Σχετικὴ ἀγωγὴ πνευματικοῦ προσανατολισμοῦ θὰ μποροῦσε νὰ γίνει καὶ γιὰ τὴν καλλιέργεια καὶ προετοιμασία τοῦ λήπτη, ὥστε νὰ μὴν νοιώθει μόνον ὡς ὁ εὐνοημένος ἀποδέκτης ἑνὸς μοσχεύματος, ἀλλὰ ὡς εὐλογημένος δέκτης τῆς ἀγάπης κάποιου ἄγνωστου συνανθρώπου καὶ τῆς χάριτος τοῦ Θεοῦ. 45) Συμπερασματικά, ἡ ποιμαντικὴ τῆς Ἐκκλησίας πρὸς τοὺς δότες, τοὺς λῆπτες καὶ τοὺς γιατρούς πρέπει νὰ εἶναι τέτοια, ὥστε μέσα ἀπὸ ὅλους αὐτοὺς τοὺς τρόπους νὰ δοξάζεται ὁ Θεός, νὰ ὁλοκληρώνονται πνευματικὰ οἱ ἄνθρωποι και ἡ ἀσθένεια ἢ παράταση ζωῆς νὰ ἀποτελέσουν προϋπόθεση ἐκπλήρωσης τοῦ βαθύτερου σκοποῦ τῆς δημιουργίας τους. ια. Προτεινόμενη τακτικὴ τῆς ᾿Εκκλησίας 46) Εἶναι κοινὴ πεποίθηση ὅτι ὁ λόγος καὶ ὁ ρόλος τῆς ᾿Εκκλησίας μας στὴν πορεία τῶν μεταμοσχεύσεων στὴν ῾Ελλάδα εἶναι κεντρικός. Οἱ μεταμοσχεύσεις εἶναι ἴσως ἕνα ἀπὸ τὰ λίγα θέματα στὰ ὁποῖα ἡ πολιτεία ἔχει τὴν ἄμεση ἀνάγκη τῆς ᾿Εκκλησίας. Αὐτὸ δημιουργεῖ στὴν ᾿Εκκλησία οὐσιαστικὰ δικαιώματα καὶ μεγάλες ὑποχρεώσεις. 47) Δεδομένου ὅτι οἱ μεταμοσχεύσεις εὔκολα μποροῦν νὰ ὁδηγήσουν σὲ κατάχρηση καὶ παραβίαση θεμελειωδῶν ἠθικῶν ἀρχῶν καὶ ἀξιῶν καὶ ὑπάρχει τεράστια διαφορὰ ἤθους καὶ προσεγγίσεως μεταξὺ κοσμικῆς καὶ ἐκκλησιαστικῆς ἀντιλήψεως τοῦ θέματος, ἡ ᾿Εκκλησία πρέπει νὰ εἶναι πολὺ προσεκτικὴ στὶς ἐνέργειές της καὶ φειδωλὴ στὰ λόγια της. 48) Στὴν συνεργασία της μὲ τὴν πολιτεία, ἡ ᾿Εκκλησία θέτει σαφεῖς ὅρους, ὥστε νὰ μὴ χρεωθεῖ κοσμικὲς ἀποφάσεις καὶ ἐνέργειες ποὺ πιθανῶς θὰ γίνουν μὲ ἐντελῶς διαφορετικὸ πνεῦμα καὶ σκοπό. Τὸ ἐνδεχόμενο νὰ ὀργανώσει ἡμέρα δότου ἢ ἐκστρατείας ὑποστήριξης τῶν μεταμοσχεύσεων, μὲ σκοπὸ τὴ συγκέντρωση τοῦ μεγαλύτερου δυνατοῦ ἀριθμοῦ μοσχευμάτων θὰ τὸ ἀποφασίσει μόνον, ἀφοῦ ὑπάρχουν σαφῆ ἐχέγγυα σεβασμοῦ τῶν ἀρχῶν καὶ ὅρων της. 49) ῾Η ἀπουσία ἐπίσημης ἐκκλησιαστικῆς τοποθετήσεως στὸ θέμα ὁδήγησε σὲ αὐθαίρετη εἴτε ἀποδοχὴ εἴτε ἀπόρριψη τῶν μεταμοσχεύσεων ἀπὸ συγκεκριμένα ἁρμόδια ἢ ἀναρμόδια ἐκκλησιαστικὰ πρόσωπα. Αὐτὸ ἔχει προκαλέσει σύγχυση, ἐνίοτε δὲ καὶ διχασμό, μεταξὺ τῶν πιστῶν καὶ τοῦ θεολογικοῦ κόσμου. Στὴν παροῦσα φάση, ἡ ᾿Εκκλησία μὲ σαφήνεια ἀλλὰ σὲ χαμηλοὺς τόνους διακηρύττει ὅτι θὰ μποροῦσε, μέσα στὰ πλαίσια τῶν προαναφερθεισῶν θεολογικῶν ἀρχῶν, νὰ δεχθεῖ τὴν ἰδέα τῶν μεταμοσχεύσεων καὶ ὅτι μέσα ἀπὸ αὐτὲς θὰ τῆς ἦταν δυνατὸν νὰ ἀσκήσει τὴν ποιμαντικὴ καὶ νὰ διοχετεύσει τὸ πνεῦμα καὶ τὸ ἦθος της. Στὴ συνέχεια, θὰ προκαλέσει διάλογο καὶ εὐκαιρίες ἐνημέρωσης μέσα στοὺς κόλπους της (σεμινάρια πνευματικῶν, ὁμιλίες κ.τ.λ.), θὰ προσπαθήσει νὰ καλλιεργήσει πνεῦμα κατανοήσεως, συμφωνίας καὶ εὐρείας ἀποδοχῆς τῶν βασικῶν θεολογικῶν θέσεών της μεταξὺ τοῦ σώματος τῶν πιστῶν, ὥστε νὰ ἐξαλειφθεῖ κάθε ἀδικαιολόγητος ἀρνητισμός. Τρίτο βῆμα θὰ ἔπρεπε νὰ εἶναι ἡ ἔκδοση καὶ κυκλοφορία ἐνημερωτικῶν καὶ ἐπεξηγηματικῶν τῶν ἀπόψεών της φυλλαδίων ἢ καὶ ἡ διοργάνωση μεγάλης ἀνοιχτῆς ἡμερίδος διὰ τῆς ὁποίας θὰ διακηρύξει τὶς ἀπόψεις της στὴν κοινωνία μας. Τελευταία ἐνέργεια θὰ εἶναι ἡ ἔκδοση συνοδικῆς ἐγκυκλίου, ἡ ὁποία θὰ ἐκφράζει τὴν ἐπιτομὴ τῶν ἐκκλησιαστικῶν θέσεων καὶ προτάσεων καὶ θὰ διατυπώνει μὲ σαφήνεια τὸ περίγραμμα καὶ τὴν πρακτικὴ τοῦ Ὀρθοδόξου χριστιανικοῦ ἤθους στὸ θέμα τῶν μεταμοσχεύσεων. 50) Σχετικὰ μὲ τὸ νέο νόμο, ἡ ᾿Εκκλησία διαχωρίζει τὴ θέση της, δίχως ἐμπάθεια ἀλλὰ μὲ σύνεση καὶ σαφήνεια, ὥστε οὔτε τὴν ὑπόθεση τῶν μεταμοσχεύσεων νὰ βλάψει οὔτε τὴ βαρύτητα τῶν ἀπόψεών της νὰ ὑποβιβάσει. Παράλληλα ἔχει δημοσιοποιήσει τὶς ἀπόψεις της στὰ σημεῖα ποὺ διατηρεῖ τὶς ἐπιφυλάξεις καὶ ἔχει τὶς ἀντιρρήσεις της. ᾿Επίσης, ἔχει ἑτοιμότητα γιὰ ἄμεσες νομικὲς παρεμβάσεις καὶ θὰ ζητήσει τροπολογίες καὶ νομοθετικὲς βελτιώσεις, τέτοιες ποὺ θὰ διασφαλίζουν τὶς ἀρχὲς τῆς λογικῆς της καὶ θὰ ἐπιτρέπουν τὴν οὐσιαστικὴ συμπαράστασή της. 51) ᾿Απαραίτητος ὅρος συνεργασίας μὲ τὴν πολιτεία εἶναι ἡ τελευταία νὰ κατανοήσει ὅτι εἶναι ἐπιφορτισμένη μὲ τὴν τεράστια ὑποχρέωση νὰ προστατεύσει τὶς μεταμοσχεύσεις νομοθετικὰ καὶ πρακτικὰ ἀπὸ κάθε μορφῆς ἀσυνειδησία, χρησιμοθηρία ἢ καὶ χρηματικὴ ἐκμετάλλευση καὶ νὰ ἐξασφαλίσει τὴν ἐπιστημονικὴ ἀρτιότητα, ἐνημέρωση καὶ κατάρτιση τῶν ἁρμοδίων ἰατρῶν καὶ φορέων. Μὲ τὸν τρόπο αὐτόν, ὁ δότης δὲν καταντάει θῦμα ποταπῶν συμφερόντων, ἀσεβείας ἢ ἐπιστημονικῆς ἐπιπολαιότητος καὶ ἀγνοίας. 52) ᾿Επὶ πλέον, ἡ ἰατρικὴ κοινότητα καὶ ἡ πολιτεία ὀφείλουν νὰ βοηθήσουν στὴν ἐπιβολὴ καὶ νομοθετικὴ κατοχύρωση τῶν ἀκριβεστέρων κριτηρίων τοῦ «ἐγκεφαλικοῦ θανάτου», ἡ πιστὴ τήρηση τῶν ὁποίων αὐστηρῶς νὰ ἐλέγχεται. 53) ᾿Επίσης, εἶναι ἀναγκαία ἡ ἵδρυση σοβαρῶν καὶ ἀξιοπίστων μεταμοσχευτικῶν κέντρων τὰ ὁποῖα νὰ διαθέτουν τὴν κατάλληλη ἐπιστημονικὴ καὶ τεχνολογικὴ ὑποδομὴ, ὥστε ἡ λήψη τῶν ὀργάνων τοῦ δότη καὶ ἡ ἐν συνεχείᾳ μεταμόσχευσή τους στὸν κατάλληλο λήπτη νὰ γίνεται μὲ τὰ ὑψηλότερα ποσοστὰ ἐπιτυχίας καὶ τὶς λιγότερες ἀπώλειες. 54) Ἡ ᾿Εκκλησία θὰ ἐπιμεληθεῖ τὴ συμμετοχή της δι' ἐκπροσώπων της σὲ ἐπιστημονικὰ ἰατρικὰ συνέδρια σχετικὰ μὲ τὶς μεταμοσχεύσεις, ὥστε καὶ τὴ γνώση της νὰ ἀνανεώνει καὶ τὶς ἀρχές της νὰ προβάλλει. 55) Τέλος, ὁ ρόλος καὶ ἡ ἐκπροσώπησή της στὸ ᾿Εθνικὸ Συμβούλιο Μεταμοσχεύσεων -ἐφ' ὅσον αὐτὸ συνεχίσει νὰ ὑφίσταται- καὶ στὸν ὑπὸ σύστασιν ᾿Εθνικὸ ᾿Οργανισμὸ Μεταμοσχεύσεων (Ε.Ο.Μ.) πρέπει νὰ εἶναι κεντρικὸς καὶ παρεμβατικὸς καὶ ὄχι εἰκονικὸς καὶ δευτερεύων. Σκοπός της εἶναι τὰ μεταμοσχευτικὰ κέντρα νὰ λειτουργοῦν κατὰ τὸ δυνατὸν ἐπὶ τῆ βάσει τῶν ἰδικῶν της ἀρχῶν σεβασμοῦ, ἐλευθερίας καὶ ἀγάπης τοῦ προσώπου. Πηγή: ECCLESIA.GR Leave your comments Submit comment Submit comment Comments No comments found Powered by Komento
ΒΑΣΙΚΕΣ ΘΕΣΕΙΣ ΕΠΙ ΤΗΣ ΗΘΙΚΗΣ ΤΩΝ ΜΕΤΑΜΟΣΧΕΥΣΕΩΝ
(Κανονισμός υπ’ αριθμ. 101/1998 της Ιεράς Συνόδου «Περί συστάσεως, οργανώσεως και λειτουργίας της Επιτροπής Βιοηθικής της Εκκλησίας της Ελλάδος»)
10.12.1999
α. Γενικές ἀρχές
1) ῾Η ᾿Εκκλησία, ἀντικρύζει τὶς μεταμοσχεύσεις, ὅπως καὶ κάθε τι ποὺ σχετίζεται μὲ τὴν ὑγεία τοῦ ἀνθρώπου καὶ τὴν πάλη του μὲ τὸν θάνατο, μὲ ἰδιαίτερη συμπάθεια, κατανόηση καὶ αἴσθημα σοβαρότητος. ᾿Αντιλαμβάνεται καὶ τὸ μέγεθος τοῦ προβλήματος καὶ τὶς δυνατότητες ποὺ παρέχουν οἱ μεταμοσχεύσεις καθὼς καὶ τὸ μεγάλο της χρέος ἀπέναντι στὴν κοινωνία, στὴν ἰατρικὴ πράξη, στοὺς λῆπτες ἀλλὰ καὶ στοὺς δυνητικοὺς δότες. Καὶ τὸν λήπτη θέλει νὰ βοηθήσει, ἀλλὰ καὶ τὸν δωρητή ὀφείλει νὰ σεβασθεῖ.
2) Τὸ κριτήριο τῆς ἐκκλησιαστικῆς ἠθικῆς τῶν μεταμοσχεύσεων, ὅπως καὶ κάθε προβλήματος, εἶναι πνευματικό. Ἂν κάτι βλάπτει τὴν ψυχὴ ἢ ὑποβιβάζει τὶς πνευματικὲς ἀξίες, ἀνεπιφύλακτα τὸ ἀπορρίπτει. Ἀντιθέτως, ἐὰν τὸ ἐπὶ μέρους ἐπιστημονικό ἐπίτευγμα εἶναι συμβατὸ μὲ τὴ θεολογικὴ παράδοση, διδασκαλία καὶ ἐμπειρία της, τὴν ἰδιοφυῆ ἀνακάλυψη τὴν ἀντιμετωπίζει μὲ τὴν τόλμη τῆς πνευματικῆς καινοτομίας της. Οὔτε μὲ τὸν ὀρθολογιστικὸ σχολαστικισμὸ ἔχει σχέση, οὔτε σὲ πολιτικὲς σκοπιμότητες ὑποχωρεῖ, οὔτε μὲ τὴν ἐκκοσμίκευση συντάσσεται.
3) Κάθε τι ποὺ ὑπερβαίνει τὸν ἀτομικισμὸ καὶ τὴν φιλοζωία καὶ συνδέει τοὺς ἀνθρώπους μὲ σχέση ἀμοιβαιότητος καὶ κοινωνίας, κάθε τι ποὺ ἀποδεικνύει τὴν ὑπεροχὴ τῆς πνευματικῆς ζωῆς ἐπὶ τῆς βιολογικῆς ἐπιβιώσεως, ἡ ᾿Εκκλησία τὸ προστατεύει καὶ τὸ ὑποστηρίζει. ᾿Αλλὰ καὶ μπροστὰ στὸ μυστήριο τῆς ζωῆς καὶ τοῦ θανάτου καθὼς καὶ τῆς ψυχοσωματικῆς συμφυΐας τοῦ ἀνθρώπου στέκεται μὲ σεβασμὸ καὶ ἰδιάζουσα εὐαισθησία.
β. Εἰδικὲς ἀρχὲς
4) Οἱ μεταμοσχεύσεις μεταμορφώνουν τὸ δράμα τοῦ λήπτη σὲ ἐλπίδα ζωῆς. Ἡ ᾿Εκκλησία θὰ μποροῦσε μὲσα ἀπὸ τὴν φιλανθρωπία της νὰ τὶς εὐλογήσει, μὲ τὴν ἀδιαπραγμάτευτη ὅμως προϋπόθεση ὅτι κατὰ τὴ μεταμοσχευτικὴ διαδικασία προστατεύεται ἡ συνείδηση τοῦ δότη καὶ δὲν παραβιάζονται οἱ πνευματικὲς ἀξίες.
5) Kάθε λογικὴ ἀποδοχῆς τῶν μεταμοσχεύσεων ἀπὸ τὴν ᾿Εκκλησία ἔχει τρεῖς ἄξονες·
α) ῾Η ᾿Εκκλησία αἰσθάνεται μὲν τὸ φιλάνθρωπο χρέος της ἀπέναντι στὸν λήπτη -ποὺ ἔχει ἀνάγκη νὰ ζήσει-, ἀντιλαμβάνεται ὅμως περισσότερο τὸν ρόλο της δίπλα στὸν δότη -ποὺ μπορεῖ ἐλεύθερα νὰ προσφέρει. ᾿Επ᾿ οὐδενὶ λόγῳ καὶ μὲ κανένα τρόπο δὲν θυσιάζει τὸν σεβασμὸ πρὸς τὸ δότη στὴν ἀνάγκη ἐπιβιώσεως τοῦ λήπτη. Ὁ σκοπὸς δὲν εἶναι νὰ ζήσει ὁ λήπτηςּ ὁ σκοπὸς εἶναι νὰ δώσει ὁ δότης. Ὁ λήπτης λαμβάνει θνητὸ σῶμαּ ὁ δότης δίνει ἀπὸ τὴν ἀθάνατη ψυχή του. Ὅσο ἀνώτερη εἶναι ἡ ψυχὴ ἀπὸ τὸ σῶμα τόσο μεγαλύτερο εἶναι τὸ πνευματικὸ ὄφελος τοῦ δότη ἀπὸ τὸ βιολογικὸ κέρδος τοῦ λήπτη. «Μακάριόν ἐστι μᾶλλον διδόναι ἢ λαμβάνειν» (Πραξ. κ´ 35).
β) ῾Η δωρεὰ ὀργάνου πρέπει ὁπωσδήποτε νὰ περιλαμβάνει τὴν «συνειδητὴ συναίνεση» τοῦ δότη, δηλαδὴ ὁ δότης πρέπει ἐν ἐπιγνώσει, ἐλεύθερα καὶ ἀβίαστα νὰ ἔχει συγκατατεθεῖ στὴν ἀφαίρεση τῶν ὀργάνων του, ἂν τυχὸν ἀπὸ κάποια αἰτία καταστεῖ ἐγκεφαλικὰ νεκρός. Ὁ δότης πρέπει νὰ ἐνεργεῖ ὡς δωρητής. Καὶ
γ) ῾Η ᾿Εκκλησία μπορεῖ νὰ δεχθεῖ τὶς μεταμοσχεύσεις μόνο μέσα σὲ ἀτμόσφαιρα ἀγάπης, συναλληλίας, ἐνίοτε αὐτοθυσιαστικοῦ φρονήματος, ἐξόδου ἀπὸ τὸν κλοιὸ τῆς φιλαυτίας καὶ φιλοζωίας μας -ποτὲ ὠφελιμιστικῆς ἢ χρησιμοθηρικῆς λογικῆς ποὺ ἀποξενώνει τὸ «δότη» ἀπὸ τὴν προσφορά του.
Κατόπιν τούτων, οἱ μεταμοσχεύσεις προσεγγίζονται ὡς ἀφορμὴ μετάδοσης ζωῆς σὲ μερικοὺς ἀνθρώπους, κυρίως ὅμως ὡς εὐκαιρία μετάγγισης πνευματικοῦ ἤθους στὴν κοινωνία.
γ. ῾Ο ρόλος τῆς ἰατρικῆς
6) ῾Η ἰατρικὴ φροντίζει γιὰ τὴν ἀποκατάσταση ἢ τὴ βελτίωση τῆς ὑγείας τοῦ ἀνθρώπου καὶ κατ' ἐπέκταση γιὰ τὴν παράταση τῆς ζωῆς του. Ἡ θεολογία δὲν ἐμποδίζει τὴν ἰατρικὴ στὴν προσπάθεια αὐτή, ἀλλὰ καὶ δὲν ἀγνοεῖ τὴ σχετικότητά της. Παράλληλα, προβάλλει καὶ ὁρισμένες προϋποθέσεις γιὰ τὴν ὀρθὴ ἀνάπτυξη καὶ ἄσκησή της. Οἱ προϋποθέσεις αὐτὲς εἶναι δύο: α) ῾Ο σεβασμὸς τοῦ προσώπου καὶ β) ἡ ὠφέλεια τοῦ πλησίον.
7) Ἐπίσης, ἡ ἰατρικὴ ἐπιστήμη, ὅπως ἐπίσης καὶ οἱ ἰατρικὲς ἔρευνες, πρέπει νὰ ἐπιτελοῦνται μέσα στὰ πλαίσια τῶν ἰατρικῶν καὶ βιοηθικῶν δεοντολογικῶν κανόνων, οἱ ὁποῖοι προστατεύουν τὸν ἄνθρωπο ὡς προσωπικότητα. Οἱ γιατροὶ πρέπει νὰ ἐργάζονται μὲ ταπείνωση καὶ βαθύτατη αἴσθηση ὅτι εἶναι ὄργανα τοῦ Θεοῦ πρὸς ἐξυπηρέτηση τοῦ ἀνθρώπου.
δ. ῾Η δυνατότητα προσφορᾶς ὀργάνων
8) ῾Η ζωὴ εἶναι δῶρο τοῦ Θεοῦ, τὸ ὁποῖο δὲν μᾶς χαρίζεται γιὰ νὰ βιώνουμε τὴ φιλαυτία καὶ τὴν κτητικότητά μας, ἀλλὰ μᾶς προσφέρεται γιὰ νὰ εἶναι τόσο δική μας, ὥστε νὰ μποροῦμε ἀκόμη καὶ νὰ τὴν προσφέρουμε μὲ ἀγάπη. ῾Ο καλύτερος τρόπος ἐπιστροφῆς της στὸν Θεὸ εἶναι ἡ προσφορά της ἀπὸ ἀγάπη στὸν πλησίον· «οὐκ ἔστιν ἄλλως σωθῆναι εἰ μὴ διὰ τοῦ πλησίον» (Ἅγιος Μακάριος Αἰγύπτιος).
9) Τὸ φρόνημα καὶ ἡ διάθεση τῆς αὐτοπροσφορᾶς ἀποτελοῦν τὸν πνευματικὸ ἄξονα τῆς ἠθικῆς τῆς ᾿Εκκλησίας στὸ θέμα τῶν μεταμοσχεύσεων. ῾Ο ἀποστολικὸς λόγος «ἐν τούτῳ ἐγνώκαμεν τὴν ἀγάπην ὅτι ἐκεῖνος ὑπὲρ ἡμῶν τὴν ψυχὴν αὐτοῦ ἔθηκε· καὶ ἡμεῖς ὀφείλομεν ὑπὲρ τῶν ἀδελφῶν τὰς ψυχὰς τιθέναι» (Α´ ᾿Ιω. γ´ 16) διαλύει κάθε ἀμφιβολία γιὰ τὸ ὅτι ἡ προσφορὰ τῆς ζωῆς, καὶ συνεπῶς καὶ ἡ δωρεὰ σώματος, δὲν εἶναι πράξεις αὐτοκτονίας ἢ εὐθανασίας, ἀλλά μποροῦν νὰ ἀποτελοῦν ἐκφράσεις τῆς «μείζονος ἀγάπης», περὶ τῆς ὁποίας κάνει λόγο ὁ ἴδιος ὁ Κύριος κατὰ τὴν παράδοση τῶν τελευταίων Του ὑποθηκῶν στοὺς μαθητές·«μείζονα ταύτης ἀγάπην οὐδεὶς ἔχει ἵνα τις τὴν ψυχὴν αὐτοῦ θῇ ὑπὲρ τῶν φίλων αὐτοῦ» (᾿Ιω. ιε´ 13). ῾Η προσφορὰ τῆς ζωῆς εἶναι τὸ μεῖζoν· ἡ προσφορὰ τῶν ὀργάνων εἶναι τὸ εὐλογημένο ἔλασσον. Οἱ παραπάνω ἁγιογραφικὲς ἀναφορὲς μεταθέτουν τὸ ἠθικὸ πρόβλημα ἀπὸ τὸ σχολαστικὸ προσδιορισμὸ τοῦ ἐγκεφαλικοῦ θανάτου στὸ σεβασμὸ καὶ τὴν ἐλεύθερη ἔκφραση τοῦ αὐτεξουσίου.
10) Στὴν περίπτωση λοιπὸν ποὺ κάποιος ἐπιθυμοῦσε νὰ προσφέρει τὰ ὄργανά του, ἀκόμη κι ἂν ὁ ἐγκεφαλικὸς θάνατος δὲν ταυτιζόταν μὲ τὸν ὁριστικὸ χωρισμὸ τῆς ψυχῆς ἀπὸ τὸ σῶμα, μαζὶ μὲ τὰ ὄργανά του θὰ εἶχε προσφέρει καὶ τὴ ζωή του. ῾Η πράξη του δὲν θὰ περιεῖχε μόνο τὸ στοιχεῖο τῆς προσφορᾶς, ἀλλὰ καὶ αὐτὸ τῆς αὐτοθυσίας.
11) ῾Η ᾿Εκκλησία εὐνοεῖ καὶ ἐνθαρρύνει τὴν προσφορὰ ἑνὸς ἀπὸ τὰ διπλᾶ μας ὄργανα (νεφρά) ἢ ἱστῶν (δέρματος, μυελοῦ τῶν ὀστῶν, αἵματος), ἀπὸ ζῶντα δότη.
ε. Περὶ ἐγκεφαλικοῦ θανάτου
12) ῾Η ᾿Εκκλησία σέβεται καὶ ἐμπιστεύεται τὴν ἰατρικὴ ἔρευνα καὶ κλινικὴ πράξη. Γι᾿ αὐτό, ἂν καὶ δὲν εἶναι ἁρμόδια, θὰ μποροῦσε νὰ δεχθεῖ τὴν διεθνῶς ὁμόφωνη ἄποψη ὅτι ὁ ἐγκεφαλικὸς θάνατος ταυτίζεται μὲ τὸ ἀμετάκλητο βιολογικὸ τέλος τοῦ ἀνθρώπου.
῾Ο ἐγκεφαλικὸς θάνατος ἀποτελεῖ γεγονὸς ὁριστικῆς καὶ ἀνεπίστρεπτης καταστροφῆς τοῦ ἐγκεφάλου καὶ κατάσταση πλήρους ἀπώλειας αἰσθήσεων καὶ συνειδήσεως. Κατ' αὐτὸν ἡ ἀναπνευστικὴ λειτουργία συντηρεῖται μόνον μηχανικά, ἡ δὲ διακοπὴ τῆς τεχνητῆς ὑποστηρίξεως ὁδηγεῖ σὲ σχεδὸν ἄμεση παύση καὶ τῆς καρδιακῆς λειτουργίας.
13) Αὐτὸ ποὺ στὴν οὐσία κάνει ἡ τεχνητὴ ὑποστήριξη τῆς ἀναπνοῆς εἶναι ὅτι προσωρινὰ ἀναχαιτίζει τὴν διαδικασία ἀποσυνθέσεως τοῦ σώματος ὄχι ὅμως καὶ τὴν ἀναχώρηση τῆς ψυχῆς.
14) ῾Ο ἐγκεφαλικὸς θάνατος πρέπει ὁπωσδήποτε νὰ διαφοροποιηθεῖ ἀπὸ τὴν φυτικὴ κατάσταση -ποὺ συνήθως ὀνομάζεται «κλινικὸς θάνατος». Κατ' αὐτήν, τὸ ἐγκεφαλικὸ στέλεχος λειτουργεῖ καὶ ὡς ἐπὶ τὸ πλεῖστον δὲν ἀπαιτεῖται τεχνητὴ ὑποστήριξη.
15) ᾿Επειδὴ ὑπάρχει πάντοτε ὁ κίνδυνος -σὲ μεμονωμένες εὐτυχῶς περιπτώσεις-, ἀπροσεξίας, λάθους ἢ καὶ ἀσέβειας πρὸς τὸ γεγονὸς τοῦ θανάτου, ἡ ᾿Εκκλησία μαζὶ μὲ τὴν πλειοψηφία τοῦ ἰατρικοῦ καὶ νοσηλευτικοῦ κόσμου καὶ τῶν ἁρμοδίων κοινωνικῶν φορέων, ἀπαιτεῖ τὴν ἐξασφάλιση τῆς ἀκριβοῦς τηρήσεως τῶν διεθνῶς ἀποδεκτῶν κριτηρίων διαγνώσεως τοῦ ἐγκεφαλικοῦ θανάτου. ῎Ετσι:
α) εἶναι ἀπαραίτητη ἡ τεκμηριωμένη καὶ σαφὴς διαπίστωση τῶν αἰτίων τοῦ ἐγκεφαλικοῦ θανάτου.
β) ῾Η πιστοποίηση τοῦ ἐγκεφαλικοῦ θανάτου πρέπει νὰ γίνεται ἀπὸ ἐπιτροπὴ εἰδημόνων ποὺ νὰ μὴν ἔχουν καμμία σχέση ἐξαρτήσεως ἀπὸ τὶς μεταμοσχευτικὲς ὁμάδες καὶ ἐπὶ τῇ βάσει τῶν ὑφισταμένων κλινικῶν καὶ ἐργαστηριακῶν κριτηρίων.
γ) Τὰ κριτήρια τοῦ ἐγκεφαλικοῦ θανάτου δὲν εἶναι ἐπαρκῆ ἂν εἶναι μόνον κλινικά. Πρέπει νὰ προστεθοῦν καὶ ἐργαστηριακά (ἀξονικὴ τομογραφία καὶ ἕνα ἠλεκτροεγκεφαλογράφημα) ὥστε νὰ ἐπιβεβαιωθεῖ, κατὰ τὸ δυνατόν, ὄχι μόνο ἡ παύση τῶν λειτουργιῶν τοῦ ἐγκεφαλικοῦ στελέχους, ἀλλὰ καὶ τοῦ φλοιοῦ. ῞Οπου δὲν ὑπάρχει ἐμφανὴς αἰτία ἐγκεφαλικῆς βλάβης πρέπει νὰ ἐπαναλαμβάνονται οἱ ἐξετάσεις γιὰ μεγαλύτερη ἐπιβεβαίωση, ἀκόμη κι ἂν αὐτὴ ἡ καθυστέρηση ὁδηγεῖ σὲ ἀπώλεια τῶν ὀργάνων.
δ) Πρὶν ἀπὸ τὶς δοκιμασίες τοῦ ἐγκεφαλικοῦ θανάτου θὰ πρέπει νὰ ἔχουν προηγηθεῖ οἱ βιοχημικὲς ἐξετάσεις ποὺ νὰ παρουσιάζουν φυσιολογικὲς τιμὲς (ὄχι οὐρία οὔτε ἠλεκτρολυτικὲς διαταραχές). ᾿Επίσης, γιὰ νὰ ἐλεγχθεῖ ὁ ἐγκεφαλικὸς θάνατος πρέπει νὰ ἔχουν παρέλθει τουλάχιστον 24 ὧρες ἀπὸ τὴν πρώτη στιγμὴ τοῦ συμβάντος.
16) ῾Ο ἔλεγχος ἂν κάποιος εἶναι δότης (δηλαδὴ ἂν ὑπάρχει συναίνεση) πρέπει νὰ γίνεται μετὰ τὴν ὁριστικὴ διάγνωση τοῦ ἐγκεφαλικοῦ θανάτου, ὥστε αὐτὴ νὰ εἶναι κατὰ τὸ δυνατὸν ἀμερόληπτη καὶ ἀνεπηρέαστη.
17) Σύμφωνα μὲ ὅλα τὰ παραπάνω, ἡ δωρεὰ ὀργάνων ἀπὸ ἐγκεφαλικὰ νεκροὺς δότες καθὼς καὶ ἡ νηφάλια καὶ συνειδητὴ ἀπόφαση ὑγιοῦς ἀνθρώπου νὰ προσφέρει κάποιο ὄργανό του σὲ πάσχοντα συνάνθρωπο, ὡς πράξεις φιλαλληλίας καὶ ἀγάπης, εἶναι σύμφωνες μὲ τὴ διδασκαλία καὶ τὸ φρόνημα τῆς ᾿Εκκλησίας μας.
στ. Περὶ συνειδητῆς καὶ εἰκαζομένης συναινέσεως
18) Ἡ δωρεὰ προϋποθέτει τὴ «συνειδητὴ συναίνεση» τοῦ δότη σ᾿ αὐτὸ ποὺ κάνει. Κάθε τι ποὺ «εἰκάζει» τὴ βούλησή του ἀποτελεῖ παρέμβαση στὸ αὐτεξούσιο καὶ δὲν εἶναι δυνατὸ νὰ γίνει ἀποδεκτό.
19) ῾Η «συνειδητὴ συναίνεση» ἀποτελεῖ πράξη αὐταπάρνησης, καὶ ἀγάπης, ποὺ συνδέει τὸ δωρητὴ μὲ τὸ γεγονὸς τοῦ θανάτου του, ποὺ ἐπισυμβαίνει μὲ τρόπο τραγικὸ καὶ σὲ σχετικὰ νεαρὴ ἡλικία. Ἐπίσης, ἐνέχει τὶς ἀρετὲς τῆς ἀνιδιοτέλειας, τῆς ἄρνησης τῶν φυσικῶν δικαιωμάτων, τῆς ἐμπιστοσύνης καὶ τοῦ ἐνδιαφέροντος γιὰ τοὺς ἄλλους, τῆς αὐτοπροσφορᾶς καὶ τῆς ἀπαλλαγῆς ἀπὸ τὸ φρόνημα τῆς φιλοζωίας.
20) Ἡ ᾿Εκκλησία, ἀσκώντας τὴν μεταμοσχευτικὴ ποιμαντική της, ἴσως ἐξασφαλίσει ἕναν ἀριθμὸ μοσχευμάτων καὶ συντελέσει ἔτσι στὴν ἐπιβίωση ἀντίστοιχων ἀνθρώπων (ἀνάλογα μὲ τὸ ποσοστὸ ἐπιτυχίας τῶν μεταμοσχευτικῶν ἐπεμβάσεων). Μὲ τὴν προϋπόθεση ὅμως τῆς συνειδητῆς συναινέσεως, αὐτοὶ ποὺ πνευματικὰ καλλιεργοῦνται εἶναι πολλοὶ περισσότεροι -ὅσοι ἔχουν συνειδητὰ δώσει τὴν συναίνεσή τους. Ἀπὸ αὐτοὺς θὰ προέλθουν οἱ ὁπωσδήποτε λιγότεροι δότες. ῾Η ᾿Εκκλησία δὲν εἶναι στραμμένη μόνο στοὺς πραγματικοὺς ἀλλὰ καὶ στοὺς δυνητικοὺς δότες.
῾Ο δότης μπορεῖ μὲν νὰ ὠφελεῖ μὲ τὴν προσφορά του, ὠφελεῖται ὅμως κυρίως μὲ τὴν πράξη τῆς συναίνεσής του. Σώζει βιολογικὰ μὲν τὸν λήπτη πνευματικὰ δὲ τὸν ἑαυτό του.
21) ῾Η συναίνεση δὲν εἶναι κάτι δευτερεῦον ποὺ θὰ μποροῦσε νὰ ἐπισκιασθεῖ ἀπὸ ὁποιαδήποτε ἄλλη πράξη (π.χ. ἀπογραφή, ἔκδοση ταυτότητος κ.τ.λ.). Θὰ πρέπει ἡ δήλωσή της νὰ εἶναι ἐλευθέρα καὶ ἀπόλυτα συνειδητή, καρπὸς ὥριμης σκέψης. Γι᾿ αὐτό, καλὸ θὰ ἦταν νὰ διατυπώνεται ἐντελῶς ἀνεξάρτητα ἀπὸ ὁποιαδήποτε ἄλλη κοινωνικὴ πράξη καὶ μὲ τὴν προϋπόθεση τῆς σωστῆς καὶ ἀβίαστης ἐνημερώσεως.
ζ. Περὶ συγγενικῆς συναινέσεως
22) ῾Η ᾿Εκκλησία ὑπὸ ὅρους καὶ κατ' οἰκονομία, μέσα στὴν προοπτικὴ τῆς ἱερότητος τῶν συγγενικῶν δεσμῶν καὶ τῆς ἐπιδιωκόμενης καλλιέργειας τῶν σχέσεων κοινωνίας, θὰ μποροῦσε νὰ δεχθεῖ καὶ τὴν ὑποκατάσταση τῆς βουλήσεως τοῦ δότη ἀπὸ τοὺς συγγενεῖς, βέβαια μὲ τὸ δεδομένο ὅτι αὐτὴ δὲν ἀντιτίθεται πρὸς τὴ δική του. ῾Η πρόνοια γιὰ τοὺς οἰκείους ἀποτελεῖ ἔκφραση πίστεως (Α´ Τιμ. ε´ 8), οἱ δὲ ἐγγενεῖς ὑποχρεώσεις ἀπέναντί τους ἀπόδειξη ἱερῶν συγγενικῶν δικαιωμάτων.
Γιὰ τοὺς συγγενεῖς ἡ ζωὴ τοῦ δότη καὶ ἡ τιμὴ τοῦ σώματός του ἴσως νὰ ἔχουν μεγαλύτερη ἀξία ἀπ᾿ ὅ,τι γιὰ τὸν ἴδιο. Μὲ δεδομένη τὴν ἀγάπη, ἡ ἀπόφαση τῆς δωρεᾶς τοῦ σώματος τοῦ ἄλλου ἴσως νὰ εἶναι καὶ δυσκολότερη ἀπὸ αὐτὴν τῆς δωρεᾶς τοῦ δικοῦ μας σώματος. ῾Υπ᾿ αὐτὴν τὴν ἔννοια, ὁ πραγματικὸς δότης εἶναι οἱ συγγενεῖς.
23) Ἐπειδὴ στὴν κοινωνία καὶ ἐποχή μας τὰ πάσης φύσεως συμφέροντα, ἰδίως τὰ οἰκονομικά, συχνὰ παρεμβάλλονται μὲ βέβηλο τρόπο ἀκόμη καὶ στὶς ἱερότερες τῶν σχέσεων, ὁ νόμος θὰ πρέπει νὰ προνοεῖ γιὰ τὴν ἀποφυγὴ κάθε ὑποψίας ἐμπορευματοποίησης τῶν μοσχευμάτων ἀπὸ τοὺς συγγενεῖς.
24) Εὐχῆς ἔργον θὰ ἦταν, κατὰ τὴν ὁποιαδήποτε διαδικασία ἐνυπογράφου συναινέσεως, νὰ μποροῦσε ὁ δότης νὰ ἐκχωρήσει ἐκ τῶν προτέρων τὸ δικαίωμα διαθέσεως τοῦ σώματός του στοὺς συγγενεῖς του.
η. Οἱ ἐπιφυλάξεις τῆς ᾿Εκκλησίας
25) ᾿Επειδὴ ἡ ἐξέλιξη τῶν ἐπιστημῶν ἐπικοινωνίας καὶ πληροφορικῆς (διαδίκτυο, τήρηση μηχανογραφικῶν ἀρχείων μὲ εὐρύτατο φάσμα δεδομένων καὶ περιορισμένη δυνατότητα ἐλέγχου κ.ἄ.) ἀφ᾿ ἑνὸς καὶ ἡ πνευματικὴ πενία τῶν συγχρόνων κοινωνιῶν ἀφ᾿ ἑτέρου εἶναι δυνατὸν νὰ ὁδηγήσουν σὲ κακοποίηση, ἐκμετάλλευση ἢ καὶ θυσία τῶν μεταμοσχεύσεων στὸν βωμὸ τῶν μεγάλων οἰκονομικῶν συμφερόντων, ἡ ᾿Εκκλησία ὀφείλει νὰ προστατεύσει τὸ θεσμό, τὴν πράξη καὶ τὰ ἐμπλεκόμενα πρόσωπα ἀπὸ ἐνδεχόμενη βεβήλωση (βεβιασμένη διάγνωση ἢ προχειρότητα στὴν τήρηση τῶν κριτηρίων τοῦ ἐγκεφαλικοῦ θανάτου, ἐμπορευματοποίηση ἢ συναλλαγή οἱασδήποτε φύσεως σχετικὰ μὲ τὴν προσφορὰ ὀργάνων, ἐπιλογὴ ληπτῶν ἐπὶ τῆ βάσει ρατσιστικῶν κριτηρίων, παραβιάσεις τῶν καταστάσεων ἀναμονῆς, κ.λπ.).
26) Πρὸς ἀποφυγὴν τῶν παραβιάσεων τῶν καταστάσεων ἀναμονῆς, πρέπει νὰ γίνει ἀρχεῖο ἐγγραφῆς δοτῶν ἐπὶ μηχανογραφικῆς βάσεως, τὸ ὁποῖο νὰ ἐλέγχεται ἀπὸ κεντρικὸ ἀδιάβλητο μηχανισμό.
27) ᾿Ενῶ ἡ διεθνὴς καὶ ἑλληνικὴ νομοθεσία, γιὰ νὰ προστατεύσει τὶς μεταμοσχεύσεις ἀπὸ τὴν ἀπειλὴ τῆς ἐμπορικῆς συναλλαγῆς, ἐπιβάλλει τὴν ἀνωνυμία τοῦ λήπτη καὶ τοῦ δότη καὶ ἀπαγορεύει τὴ δωρεὰ ὀργάνου σὲ προκαθορισμένο ἀπὸ τὸ δότη φιλικὸ ἢ συγγενικὸ πρόσωπο (ἐξαίρεση οἱ μεταμοσχεύσεις νεφρῶν ἀπὸ ζῶντα δότη), κάτι τέτοιο δὲν ἀντιτίθεται κατ᾿ ἀνάγκην στὴν ἠθικὴ τῆς ᾿Ορθοδόξου Χριστιανικῆς ᾿Εκκλησίας.
28) ῾Η ᾿Εκκλησία δὲν μπορεῖ νὰ συγκατατεθεῖ στὴν ἀφαίρεση ὀργάνων ἀπὸ βρέφη μὲ συγγενῆ ἀνεγκεφαλία. Τέτοιοι δότες εἶναι πολλοὶ σπάνιοι, πράγμα ποὺ περιορίζει τὶς ἐλπίδες τῶν ληπτῶν-βρεφῶν. Παρὰ ταῦτα τὰ ἀνεγκέφαλα βρέφη ἐπειδὴ δὲν στεροῦνται στελέχους δὲν εἶναι ἐγκεφαλικῶς νεκρὰ καὶ ἐπειδὴ στεροῦνται συνειδήσεως δὲν ἔχουν τὴ δυνατότητα τῆς συναινέσεως -καὶ φυσικὰ κανεὶς δὲν μπορεῖ νὰ τὴν εἰκάσει. Αὐτὸ δημιουργεῖ νομικὸ κώλυμα στὴν ἀφαίρεση ὀργάνων. ᾿Επὶ πλέον, ἡ κοινωνία πρέπει νὰ ἀρνηθεῖ κάθε ὠφελιμιστικὴ θεώρηση αὐτῶν τῶν βρεφῶν. ῾Η ἀνάγκη σεβασμοῦ πρὸς αὐτὰ δὲν ἀφήνει περιθώρια ὥστε τὸ πέρασμά τους ἀπ᾿ αὐτὸν τὸν κόσμο νὰ εἶναι ἐντελῶς χρηστικό.
29) Σχετικὰ μὲ τὸ ἐνδεχόμενο χρήσης τεχνητῶν ὀργάνων ἢ καὶ ξενομοσχευμάτων (γενετικὰ ἐπεξεργασμένων μοσχευμάτων ἀπὸ ζῶα), ὅπως καὶ προϊόντων κλωνοποίησης, ἐπειδὴ ἡ ἔρευνα δὲν ἔχει νὰ παρουσιάσει σαφῆ ἐπὶ τοῦ παρόντος ἀποτέλεσματα καὶ ἡ πορεία της δὲν εἶναι εὐκρινής, ἡ ᾿Επιτροπὴ Βιοηθικῆς ἐπιφυλάσσεται νὰ παρουσιάσει ἐν εὐθέτῳ χρόνῳ τὶς θέσεις καὶ ἀπόψεις της ἐπ' αὐτοῦ.
30) ῾Υπάρχει ὁ κίνδυνος, στὸ ἄμεσο μέλλον, μὲ τὴν χαλαρὴ διεθνῶς ἠθικὴ ἀπέναντι στὴν εὐθανασία καὶ τὴν τάση νομοθετικῆς κατοχυρώσεώς της, οἱ μεταμοσχεύσεις νὰ συνδυασθοῦν μὲ τὴν εὐθανασία. ῎Ετσι, ἄτομα ποὺ θὰ ἐπιλέγουν αὐτὸν τὸν τρόπο τερματισμοῦ τῆς ζωῆς τους ἐνδεχομένως θὰ καθίστανται καὶ δωρητὲς ὀργάνων. Αὐτὸς εἶναι ἕνας ἐπὶ πλέον λόγος ποὺ ἡ νομοθεσία τῶν μεταμοσχεύσεων θὰ πρέπει ἀπαραιτήτως νὰ διαθέτει ὑψηλὸ ἰδεολογικὸ ὑπόβαθρο.
θ. Κριτικὴ τοῦ νέου νόμου περὶ μεταμοσχεύσεων
᾿Ενῶ ἡ ᾿Εκκλησία ἀποδέχεται τὴν ἰδέα τῶν μεταμοσχεύσεων, ἀδυνατεῖ νὰ συμφωνήσει μὲ τὴν πρόσφατη νομοθετικὴ κατοχύρωσή τους στὴ χώρα μας, ἡ ὁποία κυριαρχεῖται ἀπὸ χρησιμοθηρικὴ ἀντίληψη καὶ στενὸ ὀρθολογισμό. ῾Ο μόνος τρόπος προστασίας τῆς ἠθικῆς καὶ πρακτικῆς τῶν μεταμοσχεύσεων ἀπὸ τὸ ἐνδεχόμενο κακοποιήσεώς της εἶναι ἡ σχετικὴ νομοθεσία νὰ εἶναι σαφής, μελετημένη, ἰδεολογικὴ καὶ ὄχι χρησιμοθηρική.
31) Στὸν προσφάτως ψηφισθέντα νόμο, ὁ νομοθέτης ἑρμηνεύει τὴ «μὴ ἄρνηση» τῶν συγγενῶν ὡς συναίνεση τοῦ δότη (῎Αρθρ. 12, παρ. 4). Τὰ ὄργανα ἀφαιροῦνται ὄχι ὅταν συναινοῦν, ἀλλὰ ὅταν «δὲν ἀντιτίθενται» οἱ συγγενεῖς. Οἱ μεταμοσχεύσεις δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ στηριχθοῦν σὲ μιὰ «μὴ ἄρνηση», καὶ μάλιστα τῶν συγγενῶν, τὴν στιγμὴ ποὺ ὅλοι ἀγωνιζόμαστε γιὰ τὴ συγκατάθεση, καὶ μάλιστα τοῦ δότη.
32) Στὴν περίπτωση αὐτή, ἡ ἔλλειψη ἢ ἡ μὴ ἐξεύρεση συγγενῶν θὰ ἦταν δυνατὸν νὰ ἑρμηνευθεῖ ὡς «μὴ ἄρνηση». Συνεπῶς, κάθε ἐγκεφαλικὰ νεκρὸς ἀλλοδαπός, λαθρομετανάστης, ἄγνωστος καὶ ἐγκαταλελειμμένος, ἀθίγγανος κ.τ.λ., -ὁ ἀριθμὸς τῶν ὁποίων δὲν εἶναι καθόλου εὐκαταφρόνητος, καὶ τῶν ὁποίων οἱ συγγενεῖς εἴτε δὲν βρίσκονται στὴν ῾Ελλάδα, εἴτε δὲν εἶναι εὔκολο νὰ ἀνευρεθοῦν- ἢ ὅποιος βρεθεῖ μόνος στὸ νοσοκομεῖο μετὰ ἀπὸ τροχαῖο ἀτύχημα ποὺ δὲν ἔχει γίνει ἀμέσως ἀντιληπτὸ ἀπὸ τοὺς συγγενεῖς του θὰ θεωρεῖται αὐτομάτως δότης. Θὰ πρέπει ἄραγε στὴ δυστυχία τῆς μοναξιᾶς τους νὰ προσθέσουμε καὶ τὴν αὐθαίρετη ἀφαίρεση τῶν ὀργάνων τους; ῾Ο νόμος τῆς «μὴ ἄρνησης» λοιπὸν ἀποτελεῖ ἐκβιασμὸ τῆς συνειδήσεως.
33) ῾Η «συναίνεση» δὲν ἔχει καμμία σχέση μὲ τὴ «μὴ ἄρνηση». Τὸ «δίνω κάτι δικό μου» εἶναι ἐντελῶς διαφορετικὸ ἀπὸ τὸ «μοῦ παίρνουν κάτι ποὺ μοῦ ἀνήκει». Στὴ δεύτερη περίπτωση ἡ βούληση τῆς πολιτείας καὶ κοινωνίας ὑποκαθιστᾶ ὡς ἀγαθὸ τὴν ἔκφραση τῆς προσωπικῆς ἐλευθερίας.
34) Τὸ κράτος δὲν ἔχει κανένα δικαίωμα εἰσχωρήσεως στὴν ἰδιωτικὴ σφαῖρα τῆς ζωῆς τῶν πολιτῶν. Μία τέτοια ἐνέργεια ἀντιβαίνει στὰ ἄρθρα 2, παρ. 1 (περὶ τοῦ σεβασμοῦ καὶ τῆς προστασίας τῆς ἀνθρώπινης ἀξιοπρέπειας) καὶ 5, παρ. 1 (περὶ τῆς ἐλεύθερης ἀνάπτυξης τῆς προσωπικότητος τοῦ ἀτόμου) τοῦ συντάγματος.
35) Δὲν μπορεῖ ἐπίσης νὰ ὑποχρεώνει τὸν πολίτη νὰ ἐκφέρει γνώμη χωρὶς νὰ κατοχυρώνει τὸ δικαίωμά του νὰ μὴν ἐκφέρει. Ποιὲς οἱ ἐπιπτώσεις ἂν ὁ πολίτης ἀρνηθεῖ νὰ ἐκφράσει τὴ βούλησή του;
36) ῾Η ὑποκατάσταση τοῦ ὅρου «ἐγκεφαλικὸς θάνατος» μὲ τὸ «νέκρωση τοῦ ἐγκεφαλικοῦ στελέχους» θεωρεῖται ἰατρικὰ ἀμφιλεγόμενη καὶ ἰδεολογικὰ ὕποπτη. Ἡ διαπίστωση τῆς παύσης τῶν λειτουργιῶν ὄχι μόνο τοῦ ἐγκεφαλικοῦ στελέχους ἀλλὰ καὶ τοῦ φλοιοῦ ἐπιβεβαιώνει τὴν ἀνεπίστρεπτη παύση ὅλων τῶν ἐγκεφαλικῶν λειτουργιῶν καὶ γι' αὐτὸ εἶναι ἐπιβεβλημένη.
37) ῾Η διὰ νόμου ὑποχρεωτικὴ διακοπὴ τῆς μηχανικῆς ὑποστήριξης τῆς ἀναπνευστικῆς λειτουργίας σὲ περίπτωση ἐγκεφαλικὰ νεκροῦ ἀτόμου ποὺ δὲν εἶναι δότης (῎Αρθρ. 12, παρ. 6) εἶναι πνευματικὰ καὶ ἠθικὰ ἀντιδεοντολογική. ῾Ο νόμος πρέπει νὰ κατοχυρώνει τὸν γιατρὸ πού, γιὰ λόγους συνειδήσεως, δὲν ἐπιθυμεῖ νὰ διακόψει τὸν μηχανικὸ ἀερισμὸ καὶ φυσικὰ ὄχι νὰ τὸν τιμωρεῖ (῎Αρθρ. 20, παρ. 1).
38) ῾Η δυσκολία τῶν συγγενῶν νὰ συναινέσουν στὴ δωρεὰ τοῦ σώματος, ποὺ ὀφείλεται σὲ προσωπικοὺς, συναισθηματικοὺς ἢ καὶ φιλοσοφικοὺς λόγους, πρέπει νὰ γίνεται ἀπόλυτα σεβαστὴ καὶ ὄχι νὰ ἀντιμετωπίζεται ἐκβιαστικὰ μὲ τὴν ἀπειλὴ τῆς διακοπῆς τῆς μηχανικῆς ὑποστήριξης (῎Αρθρ. 12, παρ. 6).
ι. Ποιμαντικὲς δυνατότητες τῆς ᾿Εκκλησίας
39) Μὲ βάση τὶς παραπάνω ἀρχές, ἡ ᾿Εκκλησία ὀφείλει νὰ ἀγωνισθεῖ γιὰ τὴν ἐπικράτηση τῶν ἀρχῶν της, τὸ θετικὸ ἐπηρεασμὸ τῆς μεταμοσχευτικῆς πολιτικῆς καὶ νὰ δημιουργήσει ἡ ἴδια μιὰ μεταμοσχευτικὴ πνευματικὴ παράδοση προσανατολισμένη πρὸς τὶς πνευματικὲς ἀνάγκες προσφορᾶς αἰσθημάτων τοῦ δότη. Μὲ τὸν τρόπο αὐτόν, ἡ ἐξεύρεση μοσχευμάτων καὶ ἡ προώθηση τῶν μεταμοσχεύσεων δὲν θὰ ἀποτελεῖ ἐπιδιωκόμενο σκοπὸ ἀλλὰ φυσικὸ ἀποτέλεσμα.
40) Ἡ ᾿Εκκλησία μπορεῖ νὰ ὀργανώσει προγράμματα ἀγωγῆς δοτῶν μὲ σκοπὸ τὴν καλλιέργεια σημαντικῶν ἀρετῶν μεταξὺ τῶν πιστῶν της (μνήμη θανάτου, αὐτοπροσφορά, θυσιαστικὸ φρόνημα κ.τ.λ.). Ἔτσι, θὰ δίνει τὴ μαρτυρία τοῦ ἤθους της στὴ σύγχρονη κοινωνία μὲ ἕνα ἐντελῶς σύγχρονο τρόπο.
41) ῾Η ᾿Εκκλησία οὔτε τὴν ἀλήθεια θυσιάζει οὔτε τὸ πρόσωπο ὑποδουλώνει. ῍Αν κάποιος ἐπιθυμεῖ νὰ γίνει δωρητὴς τὸν εὐλογεῖּ ἂν δυσκολεύεται τὸν κατανοεῖ. Αὐτὴ εἶναι ἡ προστασία τοῦ προσώπου. Τὸ πνεῦμά της δὲν ὑποτάσσεται στὴν ἀνάγκη τῶν μεταμοσχεύσεων, ἀλλὰ ὑπηρετεῖ τὸ σεβασμὸ τοῦ προσώπου. Κυρίως τοῦ προσώπου ὡς δότου.
42) Ἐπίσης, σέβεται καὶ πλήρως κατανοεῖ τὴν φυσικὴ ἐπιθυμία τῶν ἀσθενῶν ἐκείνων οἱ ὁποῖοι μὲ τὴ λήψη τῶν μοσχευμάτων ἐπιθυμοῦν νὰ παρατείνουν τὸ χρόνο τῆς βιολογικῆς τους ζωῆς, καθὼς πιστεύει ὅτι τὸ γεγονὸς αὐτὸ θὰ μποροῦσε νὰ συντελέσει στὴν πνευματική τους ὁλοκλήρωση καὶ τὴν ἐπίτευξη τοῦ σκοποῦ τῆς ὕπαρξής τους.
43) Λόγῳ τοῦ πνευματικοῦ μεγέθους ποὺ ἐνέχει ἡ πράξη τῆς δωρεᾶς σώματος, πρὶν αὐτὸ συμβεῖ, καλὸ θὰ ἦταν ὁ ἱερεὺς τοῦ νοσοκομείου νὰ διαβάσει μιὰ κατάλληλη εὐχὴ ἢ νὰ τελέσει κάποια ἁγιαστικὴ πράξη (χρίση δι᾿ ἐλαίου, σταύρωμα κ.τ.λ.).
44) Σχετικὴ ἀγωγὴ πνευματικοῦ προσανατολισμοῦ θὰ μποροῦσε νὰ γίνει καὶ γιὰ τὴν καλλιέργεια καὶ προετοιμασία τοῦ λήπτη, ὥστε νὰ μὴν νοιώθει μόνον ὡς ὁ εὐνοημένος ἀποδέκτης ἑνὸς μοσχεύματος, ἀλλὰ ὡς εὐλογημένος δέκτης τῆς ἀγάπης κάποιου ἄγνωστου συνανθρώπου καὶ τῆς χάριτος τοῦ Θεοῦ.
45) Συμπερασματικά, ἡ ποιμαντικὴ τῆς Ἐκκλησίας πρὸς τοὺς δότες, τοὺς λῆπτες καὶ τοὺς γιατρούς πρέπει νὰ εἶναι τέτοια, ὥστε μέσα ἀπὸ ὅλους αὐτοὺς τοὺς τρόπους νὰ δοξάζεται ὁ Θεός, νὰ ὁλοκληρώνονται πνευματικὰ οἱ ἄνθρωποι και ἡ ἀσθένεια ἢ παράταση ζωῆς νὰ ἀποτελέσουν προϋπόθεση ἐκπλήρωσης τοῦ βαθύτερου σκοποῦ τῆς δημιουργίας τους.
ια. Προτεινόμενη τακτικὴ τῆς ᾿Εκκλησίας
46) Εἶναι κοινὴ πεποίθηση ὅτι ὁ λόγος καὶ ὁ ρόλος τῆς ᾿Εκκλησίας μας στὴν πορεία τῶν μεταμοσχεύσεων στὴν ῾Ελλάδα εἶναι κεντρικός. Οἱ μεταμοσχεύσεις εἶναι ἴσως ἕνα ἀπὸ τὰ λίγα θέματα στὰ ὁποῖα ἡ πολιτεία ἔχει τὴν ἄμεση ἀνάγκη τῆς ᾿Εκκλησίας. Αὐτὸ δημιουργεῖ στὴν ᾿Εκκλησία οὐσιαστικὰ δικαιώματα καὶ μεγάλες ὑποχρεώσεις.
47) Δεδομένου ὅτι οἱ μεταμοσχεύσεις εὔκολα μποροῦν νὰ ὁδηγήσουν σὲ κατάχρηση καὶ παραβίαση θεμελειωδῶν ἠθικῶν ἀρχῶν καὶ ἀξιῶν καὶ ὑπάρχει τεράστια διαφορὰ ἤθους καὶ προσεγγίσεως μεταξὺ κοσμικῆς καὶ ἐκκλησιαστικῆς ἀντιλήψεως τοῦ θέματος, ἡ ᾿Εκκλησία πρέπει νὰ εἶναι πολὺ προσεκτικὴ στὶς ἐνέργειές της καὶ φειδωλὴ στὰ λόγια της.
48) Στὴν συνεργασία της μὲ τὴν πολιτεία, ἡ ᾿Εκκλησία θέτει σαφεῖς ὅρους, ὥστε νὰ μὴ χρεωθεῖ κοσμικὲς ἀποφάσεις καὶ ἐνέργειες ποὺ πιθανῶς θὰ γίνουν μὲ ἐντελῶς διαφορετικὸ πνεῦμα καὶ σκοπό. Τὸ ἐνδεχόμενο νὰ ὀργανώσει ἡμέρα δότου ἢ ἐκστρατείας ὑποστήριξης τῶν μεταμοσχεύσεων, μὲ σκοπὸ τὴ συγκέντρωση τοῦ μεγαλύτερου δυνατοῦ ἀριθμοῦ μοσχευμάτων θὰ τὸ ἀποφασίσει μόνον, ἀφοῦ ὑπάρχουν σαφῆ ἐχέγγυα σεβασμοῦ τῶν ἀρχῶν καὶ ὅρων της.
49) ῾Η ἀπουσία ἐπίσημης ἐκκλησιαστικῆς τοποθετήσεως στὸ θέμα ὁδήγησε σὲ αὐθαίρετη εἴτε ἀποδοχὴ εἴτε ἀπόρριψη τῶν μεταμοσχεύσεων ἀπὸ συγκεκριμένα ἁρμόδια ἢ ἀναρμόδια ἐκκλησιαστικὰ πρόσωπα. Αὐτὸ ἔχει προκαλέσει σύγχυση, ἐνίοτε δὲ καὶ διχασμό, μεταξὺ τῶν πιστῶν καὶ τοῦ θεολογικοῦ κόσμου.
Στὴν παροῦσα φάση, ἡ ᾿Εκκλησία μὲ σαφήνεια ἀλλὰ σὲ χαμηλοὺς τόνους διακηρύττει ὅτι θὰ μποροῦσε, μέσα στὰ πλαίσια τῶν προαναφερθεισῶν θεολογικῶν ἀρχῶν, νὰ δεχθεῖ τὴν ἰδέα τῶν μεταμοσχεύσεων καὶ ὅτι μέσα ἀπὸ αὐτὲς θὰ τῆς ἦταν δυνατὸν νὰ ἀσκήσει τὴν ποιμαντικὴ καὶ νὰ διοχετεύσει τὸ πνεῦμα καὶ τὸ ἦθος της.
Στὴ συνέχεια, θὰ προκαλέσει διάλογο καὶ εὐκαιρίες ἐνημέρωσης μέσα στοὺς κόλπους της (σεμινάρια πνευματικῶν, ὁμιλίες κ.τ.λ.), θὰ προσπαθήσει νὰ καλλιεργήσει πνεῦμα κατανοήσεως, συμφωνίας καὶ εὐρείας ἀποδοχῆς τῶν βασικῶν θεολογικῶν θέσεών της μεταξὺ τοῦ σώματος τῶν πιστῶν, ὥστε νὰ ἐξαλειφθεῖ κάθε ἀδικαιολόγητος ἀρνητισμός.
Τρίτο βῆμα θὰ ἔπρεπε νὰ εἶναι ἡ ἔκδοση καὶ κυκλοφορία ἐνημερωτικῶν καὶ ἐπεξηγηματικῶν τῶν ἀπόψεών της φυλλαδίων ἢ καὶ ἡ διοργάνωση μεγάλης ἀνοιχτῆς ἡμερίδος διὰ τῆς ὁποίας θὰ διακηρύξει τὶς ἀπόψεις της στὴν κοινωνία μας.
Τελευταία ἐνέργεια θὰ εἶναι ἡ ἔκδοση συνοδικῆς ἐγκυκλίου, ἡ ὁποία θὰ ἐκφράζει τὴν ἐπιτομὴ τῶν ἐκκλησιαστικῶν θέσεων καὶ προτάσεων καὶ θὰ διατυπώνει μὲ σαφήνεια τὸ περίγραμμα καὶ τὴν πρακτικὴ τοῦ Ὀρθοδόξου χριστιανικοῦ ἤθους στὸ θέμα τῶν μεταμοσχεύσεων.
50) Σχετικὰ μὲ τὸ νέο νόμο, ἡ ᾿Εκκλησία διαχωρίζει τὴ θέση της, δίχως ἐμπάθεια ἀλλὰ μὲ σύνεση καὶ σαφήνεια, ὥστε οὔτε τὴν ὑπόθεση τῶν μεταμοσχεύσεων νὰ βλάψει οὔτε τὴ βαρύτητα τῶν ἀπόψεών της νὰ ὑποβιβάσει. Παράλληλα ἔχει δημοσιοποιήσει τὶς ἀπόψεις της στὰ σημεῖα ποὺ διατηρεῖ τὶς ἐπιφυλάξεις καὶ ἔχει τὶς ἀντιρρήσεις της. ᾿Επίσης, ἔχει ἑτοιμότητα γιὰ ἄμεσες νομικὲς παρεμβάσεις καὶ θὰ ζητήσει τροπολογίες καὶ νομοθετικὲς βελτιώσεις, τέτοιες ποὺ θὰ διασφαλίζουν τὶς ἀρχὲς τῆς λογικῆς της καὶ θὰ ἐπιτρέπουν τὴν οὐσιαστικὴ συμπαράστασή της.
51) ᾿Απαραίτητος ὅρος συνεργασίας μὲ τὴν πολιτεία εἶναι ἡ τελευταία νὰ κατανοήσει ὅτι εἶναι ἐπιφορτισμένη μὲ τὴν τεράστια ὑποχρέωση νὰ προστατεύσει τὶς μεταμοσχεύσεις νομοθετικὰ καὶ πρακτικὰ ἀπὸ κάθε μορφῆς ἀσυνειδησία, χρησιμοθηρία ἢ καὶ χρηματικὴ ἐκμετάλλευση καὶ νὰ ἐξασφαλίσει τὴν ἐπιστημονικὴ ἀρτιότητα, ἐνημέρωση καὶ κατάρτιση τῶν ἁρμοδίων ἰατρῶν καὶ φορέων. Μὲ τὸν τρόπο αὐτόν, ὁ δότης δὲν καταντάει θῦμα ποταπῶν συμφερόντων, ἀσεβείας ἢ ἐπιστημονικῆς ἐπιπολαιότητος καὶ ἀγνοίας.
52) ᾿Επὶ πλέον, ἡ ἰατρικὴ κοινότητα καὶ ἡ πολιτεία ὀφείλουν νὰ βοηθήσουν στὴν ἐπιβολὴ καὶ νομοθετικὴ κατοχύρωση τῶν ἀκριβεστέρων κριτηρίων τοῦ «ἐγκεφαλικοῦ θανάτου», ἡ πιστὴ τήρηση τῶν ὁποίων αὐστηρῶς νὰ ἐλέγχεται.
53) ᾿Επίσης, εἶναι ἀναγκαία ἡ ἵδρυση σοβαρῶν καὶ ἀξιοπίστων μεταμοσχευτικῶν κέντρων τὰ ὁποῖα νὰ διαθέτουν τὴν κατάλληλη ἐπιστημονικὴ καὶ τεχνολογικὴ ὑποδομὴ, ὥστε ἡ λήψη τῶν ὀργάνων τοῦ δότη καὶ ἡ ἐν συνεχείᾳ μεταμόσχευσή τους στὸν κατάλληλο λήπτη νὰ γίνεται μὲ τὰ ὑψηλότερα ποσοστὰ ἐπιτυχίας καὶ τὶς λιγότερες ἀπώλειες.
54) Ἡ ᾿Εκκλησία θὰ ἐπιμεληθεῖ τὴ συμμετοχή της δι' ἐκπροσώπων της σὲ ἐπιστημονικὰ ἰατρικὰ συνέδρια σχετικὰ μὲ τὶς μεταμοσχεύσεις, ὥστε καὶ τὴ γνώση της νὰ ἀνανεώνει καὶ τὶς ἀρχές της νὰ προβάλλει.
55) Τέλος, ὁ ρόλος καὶ ἡ ἐκπροσώπησή της στὸ ᾿Εθνικὸ Συμβούλιο Μεταμοσχεύσεων -ἐφ' ὅσον αὐτὸ συνεχίσει νὰ ὑφίσταται- καὶ στὸν ὑπὸ σύστασιν ᾿Εθνικὸ ᾿Οργανισμὸ Μεταμοσχεύσεων (Ε.Ο.Μ.) πρέπει νὰ εἶναι κεντρικὸς καὶ παρεμβατικὸς καὶ ὄχι εἰκονικὸς καὶ δευτερεύων. Σκοπός της εἶναι τὰ μεταμοσχευτικὰ κέντρα νὰ λειτουργοῦν κατὰ τὸ δυνατὸν ἐπὶ τῆ βάσει τῶν ἰδικῶν της ἀρχῶν σεβασμοῦ, ἐλευθερίας καὶ ἀγάπης τοῦ προσώπου.